Οργανωμένα ταξίδια, διακοπές και περιηγήσεις .Απόφαση της 8ης Ιουνίου 2023, UFC – Que choisir και CLCV (C-407/21,  EU:C:2023:449)

  

       Όπως,ειδικότερα διαλαμβάνεται στην σύνοψη  της ως άνω απόφασης  του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με τα οργανωμένα ταξίδια, τις  διακοπές και τις   περιηγήσεις  

       «….   Στο πλαίσιο της πανδημίας της νόσου COVID-19, η Γαλλική Κυβέρνηση θέσπισε ρύθμιση  αποσκοπούσα στην προσωρινή απαλλαγή των διοργανωτών οργανωμένων ταξιδιών από την  υποχρέωσή τους να επιστρέψουν στους ταξιδιώτες τα ποσά που κατέβαλαν σε περίπτωση  καταγγελίας της σύμβασης οργανωμένου ταξιδιού  .

        Δύο ενώσεις για την προάσπιση των  συμφερόντων των καταναλωτών προσέφυγαν ενώπιον του Conseil d’État (Συμβουλίου της  Επικρατείας, Γαλλία) με αίτημα την ακύρωση της εν λόγω ρύθμισης, προβάλλοντας προσβολή του  δικαιώματος των καταναλωτών οι οποίοι είχαν συνάψει τέτοιες συμβάσεις να τις καταγγείλουν λόγω  «αναπόφευκτων και έκτακτων περιστάσεων» και να τους επιστραφεί το σύνολο των ποσών που  κατέβαλαν για το εν λόγω πακέτο το αργότερο εντός 14 ημερών από την καταγγελία, όπως  προβλέπεται στην οδηγία σχετικά με τα οργανωμένα ταξίδια .

        Το αιτούν δικαστήριο εκφράζει, μεταξύ άλλων, αμφιβολίες ως προς την ερμηνεία της διαλαμβανόμενης στην εν λόγω οδηγία έννοιας της «επιστροφής», καθώς και ως προς το κατά πόσον  η εθνική ρύθμιση βάσει της οποίας οι διοργανωτές οργανωμένων ταξιδιών απαλλάσσονται  προσωρινώς από την υποχρέωση επιστροφής που υπέχουν είναι συμβατή με την οδηγία.

        Με την απόφασή του, το Δικαστήριο διευκρινίζει την έννοια της «επιστροφής» στο πλαίσιο της  οδηγίας σχετικά με τα οργανωμένα ταξίδια. Επιπλέον, αποφαίνεται επί της ασυμβατότητας της  εθνικής ρύθμισης με την εν λόγω οδηγία 307 και επί της προσαρμογής των διαχρονικών αποτελεσμάτων εθνικής απόφασης με την οποία ακυρώνεται η εν λόγω ρύθμιση, η οποία κρίθηκε  ασύμβατη με το δίκαιο της Ένωσης.

   

     Εκτίμηση του Δικαστηρίου

 

 Πρώτον, το Δικαστήριο εκτιμά ότι, βάσει γραμματικής ερμηνείας, ως «επιστροφή» κατά την έννοια  της οδηγίας σχετικά με τα οργανωμένα ταξίδια  νοείται η απόδοση των ποσών που καταβλήθηκαν  για το πακέτο μόνον υπό μορφή χρηματικού ποσού. Η δυνατότητα αντικατάστασης αυτής της  υποχρέωσης καταβολής χρηματικού ποσού με παροχή υπό άλλη μορφή, όπως, μεταξύ άλλων, η προσφορά κουπονιών, δεν προβλέπεται ρητώς στην εν λόγω οδηγία.

         Το εν λόγω δικαίωμα  επιστροφής υπό τη μορφή χρηματικού ποσού, το οποίο οι καταναλωτές μπορούν να διαθέτουν  ελεύθερα, υπηρετεί τον σκοπό της προστασίας των συμφερόντων τους.

   Δεύτερον, το Δικαστήριο αποφαίνεται ότι η οδηγία σχετικά με τα οργανωμένα ταξίδια 309 αντιτίθεται  στην προσωρινή απαλλαγή των διοργανωτών οργανωμένων ταξιδιών, στο πλαίσιο της πανδημίας  της νόσου COVID-19, από την υποχρέωσή τους να επιστρέψουν στους ενδιαφερόμενους ταξιδιώτες,  το αργότερο εντός 14 ημερών από την καταγγελία της σύμβασης, το σύνολο των ποσών που  κατέβαλαν στο πλαίσιο της καταγγελθείσας σύμβασης.

       Το συμπέρασμα αυτό δεν αλλάζει ούτε στην  περίπτωση που σκοπός του εν λόγω εθνικού μέτρου είναι, αφενός, να αποφευχθεί το ενδεχόμενο να  θιγεί, λόγω του μεγάλου αριθμού αναμενόμενων αιτημάτων επιστροφής, η φερεγγυότητα των εν  λόγω διοργανωτών ταξιδιών σε τέτοιο βαθμό ώστε να τίθεται σε κίνδυνο η ύπαρξή τους και,  αφετέρου, να διαφυλαχθεί, ως εκ τούτου, η βιωσιμότητα του οικείου τομέα.

      Το Δικαστήριο αναλύει, κατ’ αρχάς, την έννοια των «αναπόφευκτων και έκτακτων περιστάσεων»

        Ειδικότερα, κατ’ εφαρμογήν της αρχής της ασφάλειας δικαίου και υπό το πρίσμα της προστασίας των καταναλωτών, η έννοια αυτή μπορεί να καλύψει την πανδημία της νόσου COVID-19, στο μέτρο που καταδεικνύει την ύπαρξη «σημαντικών κινδύνων για την ανθρώπινη υγεία»  και μπορεί να εφαρμοστεί στις καταγγελίες συμβάσεων οργανωμένου ταξιδιού όταν αυτές στηρίζονται στις συνέπειες ενός τέτοιου γεγονότος.

     Εν συνεχεία, το Δικαστήριο υπογραμμίζει ότι η έννοια των «αναπόφευκτων και έκτακτων  περιστάσεων» προσομοιάζει με την έννοια της «ανωτέρας βίας» και συνιστά, λαμβανομένων ιδίως  υπόψη των προπαρασκευαστικών εργασιών της οδηγίας σχετικά με τα οργανωμένα ταξίδια, πλήρη  και εξαντλητική εφαρμογή της τελευταίας αυτής έννοιας για τους σκοπούς της εν λόγω οδηγίας.

      Επομένως, τα κράτη μέλη δεν μπορούν να απαλλάξουν, για λόγους ανωτέρας βίας, έστω και  προσωρινώς, τους διοργανωτές οργανωμένων ταξιδιών από την προβλεπόμενη στην οδηγία αυτή  υποχρέωση επιστροφής την οποία υπέχουν, δεδομένου ότι η εν λόγω οδηγία δεν προβλέπει καμία  εξαίρεση από τον επιτακτικό χαρακτήρα αυτής της υποχρέωσης.

      Τέλος, ακόμη και αν υποτεθεί ότι τα κράτη μέλη μπορούν να προβάλλουν ενώπιον των εθνικών  δικαστηρίων τους ότι η μη συμφωνία εθνικής ρύθμισης προς τις διατάξεις μιας οδηγίας  δικαιολογείται από λόγους ανωτέρας βίας, το Δικαστήριο διευκρινίζει ότι εθνική ρύθμιση η οποία  επιτρέπει, υπό συνθήκες παγκόσμιας υγειονομικής κρίσης όπως η πανδημία της νόσου COVID-19,  την προσωρινή απαλλαγή των διοργανωτών οργανωμένων ταξιδιών από την υποχρέωσή τους να επιστρέψουν στους ενδιαφερόμενους ταξιδιώτες τα ποσά που κατέβαλαν στο πλαίσιο ενός πακέτου  δεν πληροί τις προϋποθέσεις που διέπουν την επίκληση ανωτέρας βίας από τα κράτη μέλη.

    Επομένως, κατά πρώτον, μολονότι η πανδημία της νόσου COVID-19 εμπίπτει στις ξένες προς το οικείο κράτος μέλος περιστάσεις, και μολονότι οι περιστάσεις αυτές είναι ασυνήθεις και  απρόβλεπτες, εθνική ρύθμιση η οποία απαλλάσσει, κατά τρόπο γενικευμένο, όλους τους  διοργανωτές ταξιδιών από την υποχρέωση επιστροφής που υπέχουν δεν μπορεί, ως εκ της ίδιας της  φύσεώς της, να δικαιολογηθεί από λόγους ανωτέρας βίας.

     Πράγματι, μια γενικευμένη προσωρινή αναστολή αυτής της υποχρεώσεως επιστροφής δεν λαμβάνει υπόψη τη συγκεκριμένη και ατομική  χρηματοοικονομική κατάσταση των οικείων διοργανωτών ταξιδιών.

    Κατά δεύτερον, δεν  αποδείχθηκε ότι οι χρηματοοικονομικές συνέπειες τις οποίες σκοπεί να αντιμετωπίσει η εν λόγω  ρύθμιση δεν θα μπορούσαν να αποφευχθούν με άλλον τρόπο πλην της παράβασης της οδηγίας  σχετικά με τα οργανωμένα ταξίδια, και ιδίως με τη λήψη ορισμένων μέτρων κρατικής ενισχύσεως.

      Κατά τρίτον, η ίδια εθνική ρύθμιση, η οποία προβλέπει την απαλλαγή των διοργανωτών  οργανωμένων ταξιδιών από την υποχρέωση επιστροφής που υπέχουν για χρονικό διάστημα έως και  21 μηνών από την κοινοποίηση της «λύσης» της οικείας σύμβασης οργανωμένου ταξιδιού, είναι  σαφές ότι δεν έχει διαμορφωθεί κατά τρόπον ώστε τα αποτελέσματά της να περιορίζονται στο  χρονικό διάστημα που είναι αναγκαίο για την αντιμετώπιση των δυσχερειών που προκλήθηκαν από  το γεγονός το οποίο δύναται να συνιστά ανωτέρα βία.

     Τρίτον και τελευταίο, το Δικαστήριο υπενθυμίζει ότι, όταν εθνικό δικαστήριο επιλαμβάνεται,  σύμφωνα με το εσωτερικό του δίκαιο, ενδίκου βοηθήματος με αίτημα την ακύρωση εθνικής  ρυθμίσεως την οποία κρίνει αντίθετη προς το δίκαιο της Ένωσης, οφείλει να προβεί στην ακύρωση  της ρυθμίσεως αυτής. Εν προκειμένω, το Δικαστήριο διευκρινίζει, αφενός, ότι η απειλή για τα  οικονομικά συμφέροντα των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στον τομέα των οργανωμένων  ταξιδιών, την οποία προκάλεσε η πανδημία της νόσου COVID-19, δεν είναι συγκρίσιμη με τους  επιτακτικούς λόγους οι οποίοι συνδέονται με την προστασία του περιβάλλοντος ή τον εφοδιασμό  του οικείου κράτους μέλους με ηλεκτρική ενέργεια, οι οποίοι αποτελούν εξαιρετικές περιστάσεις  που εφόσον συντρέχουν, το Δικαστήριο αναγνώρισε στα εθνικά δικαστήρια τη δυνατότητα να  προσαρμόζουν διαχρονικά και να διαρρυθμίζουν τα αποτελέσματα των αποφάσεών τους που  ακυρώνουν εθνική ρύθμιση η οποία κρίθηκε ασύμβατη προς το δίκαιο της Ένωσης.

    Αφετέρου, το  Δικαστήριο επισημαίνει ότι δεν προκύπτει ότι η ακύρωση της εθνικής ρύθμισης η οποία παρέχει στα κράτη μέλη τη δυνατότητα να απαλλάξουν, στο πλαίσιο της πανδημίας της νόσου COVID-19, τους διοργανωτές οργανωμένων ταξιδιών από την υποχρέωση επιστροφής που υπέχουν, θα είχε τέτοιας  κλίμακας δυσμενείς συνέπειες στον τομέα των οργανωμένων ταξιδιών ώστε να είναι αναγκαία η  διατήρηση των αποτελεσμάτων της προκειμένου να προστατευθούν τα χρηματοοικονομικά συμφέροντα των επιχειρηματιών του τομέα αυτού.

      Ως εκ τούτου, η αρχή της καλόπιστης  συνεργασίας δεν επιτρέπει σε εθνικό δικαστήριο επιληφθέν ενδίκου βοηθήματος με αίτημα την  ακύρωση εθνικής ρυθμίσεως αντίθετης προς την οδηγία σχετικά με τα οργανωμένα ταξίδια να  προσαρμόσει τα διαχρονικά αποτελέσματα της αποφάσεώς του που ακυρώνει την εθνική ρύθμιση….»

      Μπορείτε να δείτε την σύνοψη της   ως άνω   απόφασης  δημοσιευμένη στο διαδικτυακό τόπο www. curia.europa.eu , όπως δημοσιεύθηκε από τη Διεύθυνση Έρευνας και Τεκμηρίωσης του Δικαστηρίου τη  Ευρωπαϊκής Ένωσης και το σύνολο της απόφασης εδώ.