Συμβούλιο της Επικρατείας (Ε’ τμήμα)  υπ.αρίθμ.1429 /2022 απόφαση - Ανανεώσιμες πηγές ενέργειας – Αιολικά πάρκα – Περιφέρεια Νοτίου Αιγαίου-  Δήμοι Άνδρου, Νάξου και Μικρών Κυκλάδων, Πάρου και Τήνου.

           Σύμφωνα με τα ειδικότερα  παρατιθέμενα  κατωτέρω ,με την .  υπ.αρίθμ1429 /2022 απόφαση    του Ε’ Τμήματος του    Συμβουλίου της Επικρατείας  απερρίφθη  αίτηση με την οποία  ζητήθηκε  μεταξύ άλλων και  η  ακύρωση της 177360/18.12.2014 απόφασης του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής σχετικά με την έγκριση  περιβαλλοντικών όρων  για την κατασκευή  Αιολικά πάρκων στην  Περιφέρεια Νοτίου Αιγαίου  και ειδικότερα εντός της περιφέρειας των Δήμων  Άνδρου, Νάξου και Μικρών Κυκλάδων, Πάρου και Τήνου.

      Πιο συγκεκριμένα:

    «….2. Επειδή, με την αίτηση αυτή, όπως συμπληρώνεται με το από 16.11.2015 δικόγραφο προσθέτων λόγων, ζητείται η ακύρωση της 177360/18.12.2014 απόφασης του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, με την οποία εγκρίθηκαν περιβαλλοντικοί όροι για: α) την κατασκευή και λειτουργία εννέα (9) Αιολικών Σταθμών Παραγωγής Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΑΣΠΗΕ), συνολικής ισχύος 218,5 MW, στις νήσους Άνδρο, Νάξο, Πάρο και Τήνο, από τις ανώνυμες εταιρείες “Αιολικό Πάρκο Κουμπί Α.Ε.”, “Αιολικό Πάρκο Γκοράκι Α.Ε.”, “Αιολικό Πάρκο Καφούτσι Α.Ε.”, “Αιολικό Πάρκο Βουρλάς Α.Ε.”, “Αιολικό Πάρκο Δίστομος Α.Ε.”, “Αιολικό Πάρκο Γούρλες Α.Ε.”, “Αιολικό Πάρκο Στρούμπουλας Α.Ε.”, “Αιολικό Πάρκο Φωλιά Α.Ε.” και “Αιολικό Πάρκο Γκαγκάρη Α.Ε.”, και β) τη διασύνδεση των ως άνω ΑΣΠΗΕ με το σύστημα της ηπειρωτικής χώρας, και συγκεκριμένα με το Κέντρο Υπερυψηλής Τάσης (ΚΥΤ) Παλλήνης του Νομού Αττικής. Με την ίδια απόφαση δεν εγκρίθηκαν περιβαλλοντικοί όροι για την κατασκευή και λειτουργία ενός (1) ΑΣΠΗΕ, ισχύος 36,8 MW, στη νήσο Άνδρο (“Α/Π ΠΕΤΑΛΟ”), για λόγους προστασίας της ορνιθοπανίδας της Ζώνης Ειδικής Προστασίας (ΖΕΠ) με την ονομασία «Άνδρος: Κεντρικό και Νότιο Τμήμα, γύρω νησίδες και παράκτια θαλάσσια ζώνη» (GR4220028) του δικτύου «Natura 2000».

 

3. Επειδή, οι προαναφερόμενες εννέα ανώνυμες εταιρείες, η καθεμιά από τις οποίες είναι δικαιούχος της προσβαλλόμενης απόφασης έγκρισης περιβαλλοντικών όρων (ΑΕΠΟ) κατά το μέρος που αφορά ένα έκαστο των ως άνω αιολικών σταθμών, παραδεκτώς ασκούν παρέμβαση υπέρ του κύρους της απόφασης αυτής.

 

4. Επειδή, η εκ των αιτούντων Περιφέρεια Νοτίου Αιγαίου, αποτελούσα Οργανισμό Τοπικής Αυτοδιοίκησης β΄ βαθμού, στην περιφέρεια του οποίου επιτρέπεται από πλευράς περιβαλλοντικής νομοθεσίας η κατασκευή και λειτουργία των προαναφερομένων αιολικών σταθμών, ισχυριζόμενη ότι η περιβαλλοντική αδειοδότηση του εν λόγω έργου, με το οποίο προωθείται η εντατική εκμετάλλευση των φυσικών πόρων των νησιών των Κυκλάδων, δεν συνάδει με τη φύση τους ως μικρών και ευπαθών οικοσυστημάτων και οδηγεί στην αλλοίωση της ιδιαίτερης φυσιογνωμίας τους και στην ανατροπή της ευαίσθητης περιβαλλοντικής ισορροπίας τους, ασκεί την υπό κρίση αίτηση με προφανές έννομο συμφέρον, και μάλιστα ως προς όλους τους αδειοδοτούμενους περιβαλλοντικώς αιολικούς σταθμούς. Αντιθέτως, οι λοιποί αιτούντες Δήμοι Άνδρου, Νάξου και Μικρών Κυκλάδων, Πάρου και Τήνου, οι οποίοι ασκούν την αίτηση από κοινού με την Περιφέρεια Νοτίου Αιγαίου με κοινό δικόγραφο και προβάλλουν τους ίδιους ισχυρισμούς με αυτήν, ασκούν, μεν, παραδεκτώς από πλευράς εννόμου συμφέροντος την υπό κρίση αίτηση, μόνον, όμως, κατά το μέρος που αφορά τους αιολικούς σταθμούς που τοποθετούνται εντός της εδαφικής περιφέρειας του καθενός Δήμου ξεχωριστά, οι οποίοι συγκροτούν διακεκριμένα υποέργα για το κάθε νησί (βλ. αμέσως κατωτέρω).

 

5. Επειδή, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη πράξη, η επίμαχη περιβαλλοντική αδειοδότηση αφορά σε ενιαίο έργο εννέα (9) αιολικών πάρκων, με συνολικά ενενήντα πέντε (95) ανεμογεννήτριες και συνολική παραγόμενη ισχύ 218,5 MW, τα οποία χωροθετούνται στις νήσους Άνδρο, Νάξο, Πάρο και Τήνο και τα οποία συνδέονται, μέσω ανεξάρτητης υποθαλάσσιας σύνδεσης υψηλής τάσης, στο σύστημα της ηπειρωτικής χώρας. Το έργο διακρίνεται σε τέσσερα υποέργα, τα οποία χωροθετούνται, αντίστοιχα, στα τέσσερα ανωτέρω νησιά και είναι: Α) το υποέργο Άνδρου (Υποέργο 1): - Α/Π “ΣΚΟΥΜΠΙ” (τέσσερεις ανεμογεννήτριες ισχύος 9,2 MW), - Α/Π “ΚΑΦΟΥΤΣΙ” (δώδεκα Α/Γ ισχύος 27,6 MW), - Α/Π “ΓΚΟΡΑΚΙ” (επτά Α/Γ ισχύος 16,1 MW), Β) το υποέργο Νάξου (Υποέργο 2): - Α/Π “ΒΟΥΡΛΑΣ” (δεκατέσσερεις Α/Γ ισχύος 32,2 MW), - Α/Π “ΔΙΣΤΟΜΟΣ” (δεκαέξι Α/Γ ισχύος 36,8 MW), Γ) το υποέργο Πάρου (Υποέργο 3): - Α/Π “ΓΟΥΡΛΕΣ” (δώδεκα Α/Γ ισχύος 27,6 MW), - Α/Π “ΣΤΡΟΥΜΠΟΥΛΑΣ” (δέκα Α/Γ ισχύος 23 MW) και Δ) το υποέργο Τήνου (Υποέργο 4): - Α/Π “ΦΩΛΙΑ” (εννέα Α/Γ ισχύος 20,7 MW), - Α/Π “ΓΚΑΓΚΑΡΗ” (έντεκα Α/Γ ισχύος 25,3 MW). Για τη μεταφορά της παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας προβλέπεται η κατασκευή: α) υπογείου Δικτύου Μέσης Τάσης 30 kV, συνολικού μήκους 190 χλμ. περίπου, β) πέντε (5) Υποσταθμών Ανύψωσης Τάσης (υποσταθμός «Άνδρος 1», Υ/Σ «Άνδρος 2», Υ/Σ «Άνδρος 3», Υ/Σ «Νάξος» και Υ/Σ «Πάρος»), γ) δύο (2) Υποσταθμών Ζεύξεως (Υ/Σ «Τήνος» και Υ/Σ «Σύρος»), δ) υπόγειου Δικτύου Υψηλής Τάσης 150 kV, συνολικού μήκους 117 χλμ. περίπου και ε) υποβρύχιου Δικτύου Υψηλής Τάσης 150 kV, συνολικού μήκους 158,86 χλμ. περίπου.

 

6. Επειδή, ενόσω η υπό κρίση αίτηση δεν είχε εισαχθεί προς συζήτηση, εκδόθηκε η ΥΠΕΝ/ΔΙΠΑ/29714/1561/25.5.2020 απόφαση του Γενικού Διευθυντή Περιβαλλοντικής Πολιτικής του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, με την οποία τροποποιήθηκε η προσβαλλόμενη πράξη. Οι νέοι, τροποποιηθέντες περιβαλλοντικοί όροι προβλέπουν τη μείωση των αιολικών σταθμών (αιολικών πάρκων, κατά τη νεότερη ΑΕΠΟ) από εννέα σε επτά, με την εξαίρεση των πάρκων “Βουρλάς” στη νήσο Νάξο και “Γκαγκάρη” στη νήσο Τήνο, τα οποία, επομένως, δεν αδειοδοτούνται. Προβλέπεται, επίσης, μείωση του συνολικού αριθμού των ανεμογεννητριών από ενενήντα πέντε (95) σε εβδομήντα έξη (76) με ταυτόχρονη διατήρηση της ίδιας ισχύος (2,3 MW) της καθεμιάς, με αποτέλεσμα τη μείωση της συνολικής παραγόμενης ισχύος των αιολικών πάρκων από 218,5 MW σε 174,8 MW, καθώς και μείωση του συνολικού οδικού δικτύου των αιολικών πάρκων από 52,6 χλμ. σε 40 χλμ. Προβλέπεται, τέλος, επαναχωροθέτηση μέρους των ανεμογεννητριών εντός των αρχικών πολυγώνων εγκατάστασής τους. Η πράξη αυτή δεν επιφέρει κατάργηση της παρούσας δίκης κατά το άρθρο 32 παρ. 2 του π.δ. 18/1989 (Α΄ 8), δεδομένου ότι η προσβαλλόμενη αρχική ΑΕΠΟ εξακολουθεί, κατά τα βασικά της χαρακτηριστικά, να ισχύει, παρά δε τη μείωση των επιμέρους στοιχείων που συγκροτούν το όλο έργο, εξακολουθεί να θίγει τους αιτούντες, όπως συνάγεται από τους ισχυρισμούς που οι ίδιοι προβάλλουν για τη θεμελίωση του εννόμου συμφέροντός τους. Πρέπει, όμως, η ΥΠΕΝ/ΔΙΠΑ/29714/1561/25.5.2020 πράξη τροποποίησης των περιβαλλοντικών όρων του έργου να θεωρηθεί συμπροσβαλλόμενη με την υπό κρίση αίτηση.

 

7. Επειδή, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, με αποφάσεις της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας (ΡΑΕ) χορηγήθηκαν άδειες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από αιολικά πάρκα στις παρεμβαίνουσες ανώνυμες εταιρείες. Χορηγήθηκε, ειδικότερα, α) η 1392/2010 άδεια παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από αιολικό σταθμό ισχύος 30 MW στις θέσεις “ΣΚΟΥΜΠΙ – ΦΡΟΥΣΣΑΙΟΙ” του (τότε) Δήμου Υδρούσας νήσου Άνδρου του Νομού Κυκλάδων στην εταιρεία “Αιολικό Πάρκο Σκουμπί Α.Ε.”, β) η 1391/2010 άδεια παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από αιολικό σταθμό ισχύος 36 MW στις θέσεις “ΤΣΟΥΚΑ – ΓΚΑΡΔΙ”, ομοίως της νήσου Άνδρου, στην εταιρεία “Αιολικό Πάρκο Καφούτσι Α.Ε.”, γ) η 1388/2010 άδεια παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από αιολικό σταθμό ισχύος 36 MW στις θέσεις “ΚΟΥΒΑΡΑ” των (τότε) Δήμων Άνδρου και Υδρούσας του Νομού Κυκλάδων στην εταιρεία “Αιολικό Πάρκο Γκοράκι Α.Ε.”, δ) η 1398/2010 άδεια παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από αιολικό σταθμό ισχύος 36 MW στις θέσεις “ΞΥΛΟΚΑΣΤΡΟ – ΒΟΥΡΛΑΣ” του (τότε) Δήμου Νάξου του Νομού Κυκλάδων στην εταιρεία “Αιολικό Πάρκο Βουρλάς Α.Ε.”, ε) η 1390/2010 άδεια παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από αιολικό σταθμό ισχύος 36 MW στις θέσεις “ΚΑΒΑΛΛΑΡΗ – ΣΤΡΩΤΗ”, ομοίως της νήσου Νάξου, στην εταιρεία “Αιολικό Πάρκο Δίστομος Α.Ε.”, στ) η 1393/2010 άδεια παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από αιολικό σταθμό ισχύος 36 MW στις θέσεις “ΚΟΡΑΚΑΣ – ΡΑΧΕΣ” του Δήμου Πάρου του Νομού Κυκλάδων στην εταιρεία “Αιολικό Πάρκο Γούρλες Α.Ε.”, ζ) η 1394/2010 άδεια παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από αιολικό σταθμό ισχύος 36 MW στις θέσεις “ΠΡΟΦΗΤΗΣ ΗΛΙΑΣ – ΠΕΡΙΣΤΕΡΙ”, ομοίως της νήσου Πάρου, στην εταιρεία “Αιολικό Πάρκο Στρούμπουλας Α.Ε.”, η) η 1387/2010 άδεια παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από αιολικό σταθμό ισχύος 26 MW στις θέσεις “ΚΟΡΑΚΟΥ ΦΩΛΙΑ – ΠΑΤΕΛΛΕΣ” της (τότε) Κοινότητας Πανόρμου της νήσου Τήνου του Νομού Κυκλάδων στην εταιρεία “Αιολικό Πάρκο Φωλιά Α.Ε.” και θ) η 1389/2010 άδεια παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από αιολικό σταθμό ισχύος 24 MW στις θέσεις “ΓΚΑΓΚΑΡΗ – ΑΝΩΓΕΙΑ” του (τότε) Δήμου Εξωμβούργου, ομοίως της νήσου Τήνου, στην εταιρεία “Αιολικό Πάρκο Γκαγκάρη Α.Ε.”. Μετά τη χορήγηση των εν λόγω αδειών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, οι παρεμβαίνουσες εταιρείες, με το από 27.6.2011 κοινό έγγραφό τους (Α.Π. ΕΥΠΕ/200738/28.6.2011), υπέβαλαν στην Ειδική Υπηρεσία Περιβάλλοντος (ΕΥΠΕ) του ΥΠΕΚΑ φάκελο μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων (ΜΠΕ) του επίδικου έργου για συνολική μέγιστη ισχύ παραγωγής κατά πολύ υψηλότερη της τελικώς εγκριθείσας με την προσβαλλόμενη πράξη, ενώ με το από 26.7.2011 έγγραφο των παρεμβαινουσών (α.π. ΕΥΠΕ/201746/26.7.2011) υποβλήθηκε στην ΕΥΠΕ συνολική ΜΠΕ με επιμέρους αυτοτελή τμήματα για το καθένα από τα έντεκα, τότε, υπό αδειοδότηση αιολικά πάρκα, αποτελούμενα από δεκαοκτώ τεύχη το καθένα. Με το οικ. 201767/27.7.2011 έγγραφο της ΕΥΠΕ διαβιβάστηκε η όλη ΜΠΕ στα αρμόδια όργανα προς δημοσιοποίηση και διατύπωση γνωμοδοτήσεων. Θετικά, καταρχήν, γνωμοδότησαν για το έργο: α) η Β΄ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων (8409/12.9.2011 έγγραφο), β) η Διεύθυνση Χωροταξικού Σχεδιασμού του Υπουργείου Πολιτισμού και Τουρισμού (12918/30.9.2011 έγγραφο), γ) ο Οργανισμός Ρυθμιστικού Σχεδίου και Προστασίας Περιβάλλοντος Αθήνας, δεδομένου ότι το έργο περιλαμβάνει και διασύνδεση με το ευρισκόμενο στο Ν. Αττικής Κέντρο Υπερυψηλής Τάσης Παλλήνης (2973/15.11.2011 έγγραφο), δ) η Διεύθυνση Αερολιμένων της Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας (Δ3/Δ/27312/6761/17.11.2011 έγγραφο, το οποίο συμπληρώθηκε με το ΔΕ/Δ/28690/7236/17.10.2013 έγγραφο της ίδιας υπηρεσίας), ε) η Υπηρεσία Εξυπηρέτησης Επενδυτών για Έργα Α.Π.Ε. του ΥΠΕΚΑ (ΥΑΠΕ/Φ17/25316/7.12.2011 έγγραφο), στ) η Διεύθυνση Χωροταξίας και Προστασίας Περιβάλλοντος του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων (078610/ΠΕ/22.2.2012 έγγραφο), χωρίς, πάντως η γνωμοδότησή της να έχει οριστικό χαρακτήρα, ζ) το Περιφερειακό Συμβούλιο Αττικής (119/2012 απόφαση), η) η Διεύθυνση Λιμενικών Υποδομών του Υπουργείου Ναυτιλίας (8221.Λ60/10/12/ 21.9.2012 έγγραφο), θ) η Διεύθυνση Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Αρχαιοτήτων του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού (ΥΠΑΙΠΘΑ/ΓΓΠ/ΓΔΑΠΚ/ΔΒΜΑ/ΤΑΧΜΑΕ/39182/17946/ 1321/583/22.3.2013 έγγραφο), η οποία, κατόπιν της 25/16.10.2012 σχετικής γνωμοδοτήσεως του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου, εξέφερε αντιρρήσεις μόνον ως προς την τοποθέτηση της Α/Γ 6 του Α/Π “Φωλιά” στην Τήνο “... λόγω του εντοπισμού οικισμού της Τελικής Νεολιθικής Περιόδου στη συγκεκριμένη θέση και προκειμένου να αποφευχθεί άμεση βλάβη σε αυτόν”, ι) η Διεύθυνση Δασών Κυκλάδων της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αιγαίου με τέσσερα έγγραφα, ένα για το κάθε νησί – υποέργο, ως προς όλα τα θέματα αρμοδιότητάς της, συμπεριλαμβανομένων των επιμέρους ειδικών ορνιθολογικών μελετών που συνόδευαν την ΜΠΕ με τα επιμέρους τέσσερα τμήματά της (42464/2842/14.8.2013, 42465/2843/14.8.2013, 42474/2845/14.8.2013 και 42476/2846/14.8.2013 έγγραφα), ια) η Διεύθυνση Αισθητικών Δασών, Δρυμών και Θήρας του ΥΠΕΚΑ (136335/2726/2.10.2013 έγγραφο), με την επισήμανση της ανάγκης προσθήκης ορισμένων περιβαλλοντικών όρων. Εξάλλου, η Διεύθυνση Περιβαλλοντικού Σχεδιασμού του ΥΠΕΚΑ (56576/2112/11.10.2013 έγγραφο), λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι ορισμένα τμήματα του όλου έργου πρόκειται να εγκατασταθούν εντός περιοχών που συμπεριλαμβάνονται στον Εθνικό Κατάλογο “Natura 2000” και, παραλλήλως, αξιολογώντας τις συνοδευτικές της ΜΠΕ ειδικές ορνιθολογικές μελέτες, γνωμοδότησε να μην αδειοδοτηθούν οι Α/Γ 1-23 του Α/Π «Γκοράκι» καθώς και του Α/Π «Πέταλο» στην Άνδρο, με την αιτιολογία ότι «το ορεινό σύμπλεγμα Πέταλο – Κουβάρα, όπου προβλέπεται η εγκατάσταση των δύο μεγάλων αιολικών πάρκων (Γκοράκι – Πέταλο) είναι το ψηλότερο και ογκωδέστερο του νησιού, ενώ παράλληλα βρίσκεται στο κέντρο του. Ως εκ τούτου, αποτελεί το καλύτερο “εναέριο ασανσέρ” για τα μεγάλα μεταναστευτικά πουλιά που αξιοποιούν τα ανοδικά θερμικά ρεύματα για να κερδίσουν ύψος και μετά να ανεμοπορήσουν προς την κατεύθυνση της μετανάστευσης με τη λιγότερη δυνατή δαπάνη ενέργειας. ... Από τις καταγραφές που έγιναν προκύπτει η παρουσία στην περιοχή Α4 (Πέταλο – Κουβάρα [δηλαδή του Α/Π ‘Γκοράκι’] πολύ σημαντικών αρπακτικών ειδών, όπως το χρυσογέρακο, ο σπιζαετός, ο φιδαετός, η αετογερακίνα και ο μαυροπετρίτης. Τα είδη αυτά, αν βρίσκονται εκεί σε μεγάλους πληθυσμούς ή για μεγάλο χρονικό διάστημα, σαφώς και θα είναι ευαίσθητα τόσο σε εκτόπιση, όσο και σε πρόσκρουση». Εξάλλου, η 2η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων (4808 π.ε./12.4.2012 έγγραφο) τάχθηκε κατά της εγκρίσεως της ΜΠΕ για τα αιολικά πάρκαΣκούμπι” καιΚαφούτσι” στην Άνδρο, λόγω της αισθητικής επιβάρυνσης που θα επιφέρουν στον περιβάλλοντα χώρο προστατευόμενων μνημείων, ομοίως δε, γνωμοδότησε αρνητικά για σχεδόν όλες τις ανεμογεννήτριες του αιολικού πάρκου “Δίστομος” στη Νάξο, λόγω της οπτικής επαφής, ολικής ή μερικής, με προστατευόμενα μνημεία. Στη συνέχεια, το Γενικό Επιτελείο Εθνικής Άμυνας (Φ100.1/179146/Σ.4528/11.10.2012 έγγραφο), τάχθηκε αρχικά υπέρ του έργου, υπό την προϋπόθεση να μην εγκατασταθεί συγκεκριμένος αριθμός ανεμογεννητριών στα αιολικά πάρκα “Στρουμπουλάς” της Πάρου και “Σκούμπι” και “Καφούτσι” της Άνδρου, στη συνέχεια δε, και αφού είχε προηγηθεί αλληλογραφία μεταξύ του ομίλου των παρεμβαινουσών εταιρειών και του ΓΕΕΘΑ, εκδόθηκε επικαιροποιημένη νεότερη γνωμοδότηση του τελευταίου (Φ.100.1/270713/Σ.1877/26.4.2013), με την οποία εγκρίθηκε η ΜΠΕ του έργου με την προϋπόθεση να μην εγκατασταθούν οι Α/Γ 5-13 στο Α/Π “Σκούμπι” καθώς και οι Α/Γ 9-12 στο Α/Π “Καφούτσι” της Άνδρου. Η Διεύθυνση Χωροταξίας της Γενικής Γραμματείας Χωροταξίας και Αστικού Περιβάλλοντος του ΥΠΕΚΑ (42429/10.10.2012 έγγραφο), από την πλευρά της, έκρινε ότι το υπό αδειοδότηση έργο εναρμονίζεται με τις προβλέψεις του Ειδικού Πλαισίου Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης για τις ΑΠΕ ως προς τα κριτήρια: 1) του μέγιστου ποσοστού κάλυψης εδαφών από ανεμογεννήτριες, 2) των αποστάσεων από γειτνιάζουσες [προφανώς ασύμβατες] χρήσεις γης, δραστηριότητες και δίκτυα τεχνικής υποδομής, 3) της ένταξης του αιολικού πάρκου στο τοπίο, 4) της χωροθέτησης σε περιοχές αποκλεισμού και ζωνών ασυμβατότητας και 5) της χωροθέτησης αιολικών εγκαταστάσεων ειδικώς στα νησιά Τήνο και Πάρο εντός των προτεινόμενων προς τροποποίηση Ζ.Ο.Ε. (άρθρο 22 παρ. 1 και 5 του Χωροταξικού για τις ΑΠΕ, άρθρο 9 παρ. 2 του ν. 3851/2010). Αρνητικά, τέλος, γνωμοδότησαν για το έργο: α) Η Διεύθυνση Περιβάλλοντος και Χωρικού Σχεδιασμού της Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου (69758/6266/ 21.10.2011 έγγραφο, το οποίο συμπληρώθηκε με το 80223/6887/ 7.11.2011 έγγραφο της ίδιας υπηρεσίας), β) το Δημοτικό Συμβούλιο του Δήμου Νάξου και Μικρών Κυκλάδων (303/25.10.2011 απόφαση), γ) η Τοπική Κοινότητα Μελάνων του Δήμου Νάξου και Μικρών Κυκλάδων (78/7.11.2011 έγγραφο), δ) το Δημοτικό Συμβούλιο του Δήμου Πάρου (378/12.10.2011 απόφαση), ε) το Δημοτικό Συμβούλιο του Δήμου Τήνου (246/18.10.2011 απόφαση), στ) το Δημοτικό Συμβούλιο του Δήμου Άνδρου (205/26.10.2011 απόφαση) και ζ) το Περιφερειακό Συμβούλιο Νοτίου Αιγαίου (121/9.11.2011 απόφαση). Εξάλλου, από την υποβληθείσα με τα ως άνω Α.Π. ΕΥΠΕ/200738/28.6.2011 και Α.Π. ΕΥΠΕ/201746/26.7.2011 έγγραφα των παρεμβαινουσών μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων του όλου έργου προκύπτουν τα ακόλουθα: α) Κατά το χρόνο σύνταξης της μελέτης, η νήσος Άνδρος ήταν ήδη διασυνδεδεμένη με το Εθνικό Σύστημα Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΕΣΜΗΕ), ενώ τα άλλα τρία νησιά (Τήνος, Πάρος και Νάξος) ήταν μη διασυνδεδεμένα (Κεφάλαιο 2.2 της ΜΠΕ), β) Το έργο εντάσσεται στην 10η Ομάδα έργων και δραστηριοτήτων («Ειδικά Έργα») της Η.Π. 15393/2332/5.8.2002 (Β΄ 1022) [α/α 11, Ηλεκτροπαραγωγή από αιολική και ηλιακή ενέργεια] και κατατάσσεται στην Κατηγορία Α Υποκατηγορία 1η (συνολική ισχύς > 40MW), γ) Τμήματα των Α/Π “Καφούτσι” και “Γκοράκι” (Υποέργο Άνδρου) χωροθετούνται εντός της περιοχής «Άνδρος: Όρμος Βιτάλι και κεντρικός ορεινός όγκος» (GR4220001), η οποία συμπεριλαμβάνεται στον Εθνικό Κατάλογο του Ευρωπαϊκού οικολογικού δικτύου προστατευόμενων περιοχών «Natura 2000» ως Τόπος Κοινοτικής Σημασίας (ΤΚΣ), δ) Τμήμα του Α/Π “Καφούτσι” καθώς και το Α/Π “Γκοράκι” (Υποέργο Άνδρου) χωροθετούνται εντός της περιοχής «Άνδρος: Κεντρικό και Νότιο Τμήμα, γύρω νησίδες και παράκτια θαλάσσια ζώνη» (GR4220028), η οποία εμπίπτει σε περιοχή «Natura 2000» ως Ζώνη Ειδικής Προστασίας (ΖΕΠ), ε) Τμήμα του Α/Π “Δίστομος” (Υποέργο Νάξου) χωροθετείται εντός της περιοχής «Κεντρική & Νότια Νάξος: Ζευς & Βίγλα έως Μαυροβούνι και θαλάσσια ζώνη (Όρμος Καράδες – Όρμος Μουτσούνας)» (GR4220014), η οποία εμπίπτει σε περιοχή «Natura 2000» ως Τόπος Κοινοτικής Σημασίας (ΤΚΣ). Περαιτέρω, το τμήμα αυτό χωροθετείται οριακά εκτός της περιοχής «Νάξος: Όρη Αναθεματήστρα, Κόρωνος, Μαυροβούνι, Ζευς, Βιγλατούρι» (GR4220026), η οποία εμπίπτει σε περιοχή «Natura 2000» ως Ζώνη Ειδικής Προστασίας (ΖΕΠ), στ) Τμήμα του Α/Π “Στρούμπουλας” (Υποέργο Πάρου) χωροθετείται εντός του Καταφυγίου Άγριας Ζωής στη θέση “Άγιος Χαράλαμπος – Λαγκάδα” (Κωδικός 492), ζ) Στα πλαίσια του υπό μελέτη έργου εκπονήθηκαν, τέλος, κατά τα προαναφερόμενα, τέσσερις υποστηρικτικές ορνιθολογικές μελέτες για το καθένα από τα τέσσερα νησιά, στα οποία εκτείνεται το έργο. Κατόπιν τούτων, εκδόθηκε η προσβαλλόμενη 177360/18.12.2014 απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, με την οποία εγκρίθηκαν περιβαλλοντικοί όροι για το όλο έργο, όπως αυτό είχε περιοριστεί κατά συνεκτίμηση των στοιχείων που ανέκυψαν κατά τη γνωμοδοτική διαδικασία και των αντιρρήσεων που διατυπώθηκαν κατά τη διαβούλευση, σημαντικός αριθμός των οποίων έγιναν δεκτές. Ειδικότερα, δεν έγιναν δεκτές οι καθολικές αντιρρήσεις της 2ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, οι οποίες είχαν εκφρασθεί με το ως άνω 4808 π.ε./12.4.2012 έγγραφο της υπηρεσίας αυτής και αφορούσαν στο σύνολο των αιολικών πάρκων “Σκούμπι” και “Καφούτσι” στη νήσο Άνδρο και “Δίστομος” στη νήσο Νάξο. Δεν αδειοδοτήθηκε περιβαλλοντικώς, όμως, τούτο δε κατ’ αποδοχή διατυπωθεισών αντιρρήσεων, το αιολικό πάρκο “Πέταλο” στη νήσο Άνδρο, η χωροθέτηση του οποίου είχε κριθεί ως μη συμβατή με την προστασία της ορνιθοπανίδας για τους λόγους που εκτίθενται στο προαναφερόμενο 56576/2112/11.10.2013 έγγραφο της Διεύθυνσης Περιβαλλοντικού Σχεδιασμού του ΥΠΕΚΑ, καθώς και η Α/Γ 6 του αιολικού πάρκου “Φωλιά” στη νήσο Τήνο για λόγους οπτικής προστασίας του εντοπισθέντος οικισμού της τελικής νεολιθικής περιόδου, σύμφωνα με το προαναφερόμενο ΥΠΑΙΠΘΑ/ΓΓΠ/ΓΔΑΠΚ/ΔΒΜΑ/ΤΑΧΜΑΕ/39182/17946/ 1321/583/22.3.2013 έγγραφο της Διεύθυνσης Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Αρχαιοτήτων του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού και την 25/16.10.2012 γνωμοδότηση του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου. Περαιτέρω, δεν αδειοδοτήθηκαν τελικώς οι Α/Γ 5-13 στο αιολικό πάρκο “Σκούμπι” καθώς και οι Α/Γ 9-12 στο αιολικό πάρκο “Καφούτσι”, αμφότερα στη νήσο Άνδρο, λόγω των σχετικών με την αμυντική ασφάλεια της Χώρας αντιρρήσεων που εξέφρασε το ΓΕΕΘΑ στη δεύτερη επικαιροποιημένη Φ.100.1/270713/Σ.1877/26.4.2013 γνωμοδότησή του, με την οποία ήρθησαν οι αντιρρήσεις που είχαν εκφρασθεί και ως προς το αιολικό πάρκο “Στρουμπουλάς” της νήσου Πάρου.

 

8. Επειδή, στο άρθρο 30 παρ. 1, 4 και 5 («Μεταβατικές διατάξεις») του ν. 4014/2011 (Α΄ 209/21.9.2011) ορίζονται τα εξής: «1. Μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος διατηρούνται σε ισχύ οι υφιστάμενες διατάξεις του ν. 1650/1986 (Α΄ 160) ως ισχύει για την περιβαλλοντική αδειοδότηση. … 4. Πλήρεις φάκελοι ΠΠΕ, ΜΠΕ, καθώς και αντίστοιχοι φάκελοι αιτημάτων για ανανέωση ή τροποποίηση ΑΕΠΟ, που έχουν υποβληθεί πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, ολοκληρώνονται ως προς την αξιολόγησή τους και εκδίδονται αντίστοιχα οι ΠΠΕΑ και ΑΕΠΟ, καθώς και αποφάσεις ανανέωσης ή τροποποίησης ΑΕΠΟ, σύμφωνα με τις προϊσχύουσες διατάξεις, εκτός εάν ο φορέας του έργου ή της δραστηριότητας ζητήσει την υπαγωγή του στις διατάξεις του παρόντος νόμου. Για τις περιπτώσεις αιτημάτων ανανέωσης ή τροποποίησης ΑΕΠΟ, που υποβλήθηκαν πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, διατηρείται σε ισχύ μέχρι την ολοκλήρωση της διαδικασίας η υφιστάμενη ΑΕΠΟ, ανεξάρτητα από το χρόνο υποβολής των αντίστοιχων φακέλων. 5. Από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, η έγκριση, ανανέωση ή τροποποίηση των περιβαλλοντικών όρων των έργων και δραστηριοτήτων, που έχουν υποβληθεί πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου και σύμφωνα με τις προϊσχύουσες διατάξεις εμπίπτουν στην αρμοδιότητα του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, γίνεται με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής. Δεν απαιτείται η συνυπογραφή τους από άλλους Υπουργούς που θεωρούνται συναρμόδιοι σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 4 του ν. 1650/1986 (Α΄ 160), όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει», στο δε άρθρο 37 του ίδιου νόμου ορίζεται ότι: «1. Η ισχύς του Μέρους Α΄ του παρόντος νόμου αρχίζει ένα μήνα από τη δημοσίευσή του και με τη δημοσίευση των αποφάσεων της παραγράφου 4 του άρθρου 1 εκτός εάν άλλως ορίζεται σε επί μέρους διατάξεις του…», δηλαδή, όπως έχει κριθεί (ΣτΕ 2418/2019, 2722/2017, 2816/2013), την 13.1.2012, ημερομηνία δημοσίευσης της κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου 1 παρ. 4 εκδοθείσης ΥΑ 1958/13.1.2012 (Β΄ 21). Οι εν λόγω διατάξεις διακρίνουν, κατά τη σαφή διατύπωσή τους, μεταξύ της αξιολόγησης των πλήρων φακέλων ΜΠΕ κ.λπ., που είχαν υποβληθεί πριν από την έναρξη της ουσιαστικής ισχύος των νέων κανόνων περιβαλλοντικής αδειοδότησης, που περιέχει το κεφάλαιο Α΄ του ν. 4014/2011, για την οποία προβλέπουν ότι ολοκληρώνεται κατά τις προϊσχύουσες σχετικές διατάξεις του ν. 1650/1986 (Α΄ 160) (παρ. 4, βλ. και παρ. 1), και της τυπικής έκδοσης της οικείας ΑΕΠΟ, η οποία υπάγεται, πλέον, και, μάλιστα, από τη δημοσίευση -και όχι “την έναρξη ισχύος”- του ν. 4014/2011, στην αρμοδιότητα μόνου του Υπουργού ΠΕΚΑ, χωρίς συνυπογραφή άλλου, τυχόν συναρμοδίου υπό το προγενέστερο νομοθετικό καθεστώς, υπουργού. Κατά συνέπεια, νομίμως η υποβληθείσα στις 28.6.2011, δηλαδή προ της ενάρξεως ισχύος του ν. 4014/2011, ΜΠΕ του έργου αξιολογήθηκε σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του ν. 1650/1986 (βλ. 2292/26.1.2018 έγγραφο της Διεύθυνσης Περιβαλλοντικής Αδειοδότησης του -ήδη- Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας προς το Συμβούλιο της Επικρατείας), όπως οι διατάξεις του νόμου αυτού είχαν τροποποιηθεί με το ν. 3010/2002 (Α΄ 91), και, περαιτέρω, νομίμως η προσβαλλόμενη πράξη, εκδοθείσα μετά τη δημοσίευση του ν. 4014/2011, υπογράφεται από μόνο τον Υπουργό Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής. Πρέπει, επομένως, να απορριφθεί ο λόγος ακυρώσεως, με τον οποίο υποστηρίζεται ότι η προσβαλλόμενη ΑΕΠΟ έπρεπε να υπογραφεί και από τους λοιπούς, συναρμοδίους κατά το προϊσχύσαν νομοθετικό καθεστώς, υπουργούς.

 

9. Επειδή, ο λόγος ακυρώσεως κατά τον οποίο η προσβαλλόμενη ΑΕΠΟ στερείται του ελαχίστου περιεχομένου που καθορίζουν οι ισχύουσες σχετικές προδιαγραφές, όπως αυτές έχουν καθορισθεί με την παράγραφο 7 του Παραρτήματος Α΄ της 48963/5.10.2012 απόφασης του Υπουργού και του Αναπληρωτή Υπουργού ΠΕΚΑ (Β΄ 2703), η οποία εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότηση του ν. 4014/2011, διότι δεν περιέχει περιβαλλοντικούς όρους για την αποκατάσταση του εδάφους μετά τη λήξη της εγκατάστασης των επίμαχων αιολικών πάρκων, είναι αβάσιμος. Τούτο διότι η προσβαλλόμενη πράξη περιέχει πράγματι (κεφάλαιο “Φάση λειτουργίας” όρος 13) τον όρο “σε περίπτωση εγκατάλειψης του αιολικού σταθμού … να απομακρυνθούν οι ανεμογεννήτριες και να αποκατασταθεί ο χώρος τοποθέτησής τους με επαναφορά στην προτέρα φάση, όπου αυτό είναι δυνατό, με φυτεύσεις”, περαιτέρω δε στον επόμενο όρο (14) του ίδιου Κεφαλαίου προβλέπεται ότι το κόστος της απεγκατάστασης και της αποµάκρυνσης του εξοπλισµού καθώς και της αποκατάστασης του χώρου αποτελεί κύρια ευθύνη του δικαιούχου του έργου, τον οποίο θα επιβαρύνει αποκλειστικά. Αλλά και στο σχετικό με τη “Φάση κατασκευής” κεφάλαιο της προσβαλλομένης ΑΕΠΟ (όρος 48) ορίζεται ότι μετά το πέρας κατασκευής του αιολικού πάρκου και των συνοδών έργων, θα αποµακρυνθούν οι πάσης φύσεως εργοταξιακές εγκαταστάσεις και θα γίνει διαµόρφωση του χώρου και επαναφορά του στην προτέρα κατάσταση, όπου αυτό είναι δυνατό, µε φυτεύσεις. Οι εν λόγω περιβαλλοντικοί όροι τέθηκαν, άλλωστε, ενόψει του περιεχόμενου της υποβληθείσης ΜΠΕ, στο Κεφάλαιο 12 της οποίας (“Προτεινόμενοι Περιβαλλοντικοί Όροι”) είχαν προβλεφθεί, μεταξύ άλλων, η εφαρμογή προγράμματος αποκατάστασης – ενίσχυσης της βλάστησης, το οποίο θα εγκριθεί από το Δασαρχείο, η άμεση έναρξη, σε κάθε τμήμα του έργου, των εργασιών φύτευσης μετά την περάτωση των χωματουργικών εργασιών και την διαμόρφωση των τελικών επιφανειών, η διενέργεια εργασιών φύτευσης, που θα περιλαμβάνουν την σχετική προετοιμασία των χώρων (τελική διαμόρφωση της επιφάνειας του εδάφους, επίστρωση φυτικής γαίας) καθώς και την προμήθεια, εγκατάσταση και συντήρηση των φυτών και, τέλος, η οριστικοποίηση της επιλογής των προς φύτευση ειδών σε συνεργασία με την αρμόδια δασική υπηρεσία. Ενόψει των ανωτέρω, η πρόβλεψη μέτρων αποκατάστασης του φυσικού περιβάλλοντος στην ΜΠΕ και την προσβαλλόμενη ΑΕΠΟ πληροί τις προϋποθέσεις του νόμου, τα δε περί του αντιθέτου προβαλλόμενα είναι απορριπτέα ως αβάσιμα. Τούτο, μάλιστα, ανεξαρτήτως της αλυσιτέλειας του λόγου από δύο, μάλιστα, απόψεις: κατά πρώτον, η ως άνω 48963/5.10.2012 υπουργική απόφαση, κατ’ επίκληση της οποίας προβάλλεται ο λόγος αυτός, δεν διέπει το ουσιαστικό περιεχόμενο της προσβαλλόμενης πράξης, η οποία εκδόθηκε επί ΜΠΕ υποβληθείσης προς έγκριση πριν από την έναρξη της ουσιαστικής ισχύος του ν. 4014/2011 (βλ. προηγούμενη σκέψη) και, συνεπώς, και, τυχόν, αντίθεση προς την υπουργική αυτή απόφαση δεν θα οδηγούσε στην ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης. Κατά δεύτερον, ο λόγος θα ήταν απορριπτέος ως αλυσιτελής και διότι η εκδοθείσα μετά την κατάθεση της υπό κρίση αιτήσεως ΥΠΕΝ/ΔΙΠΑ/29714/1561/25.5.2020 τροποποίηση της προσβαλλόμενης πράξης (βλ. ανωτέρω, έκτη σκέψη) προβλέπει διεξοδικούς όρους αποκατάστασης του περιβάλλοντος μετά την παύση λειτουργίας του έργου (απομάκρυνση εγκαταστάσεων, αποκατάσταση χώρου επέμβασης βάσει μελέτης αποκατάστασης κ.λπ. -όρος 53.8). Πρέπει, εξάλλου, να απορριφθούν και οι λοιποί λόγοι που προβάλλονται κατ’ επίκληση της ως άνω κανονιστικής υπουργικής απόφασης. Πρέπει, τέλος, να απορριφθεί ως αόριστος ο λόγος ακυρώσεως, προβαλλόμενος κατ’ επίκληση της 104247/25.5.2006 κοινής απόφασης των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων (Β΄ 663) (“Διαδικασία … Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων … έργων Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας ...”), κατά τον οποίο οι ελλείψεις της προσβαλλόμενης πράξης συνιστούν παράβαση της θεσπιζόμενης από την εν λόγω ΚΥΑ “… υποχρέωσης, στα πλαίσια της ΑΕΠΟ, να θέτει μέτρα, προϋποθέσεις, όρους, περιορισμούς και διαφοροποιήσεις για την πραγματοποίηση του εκάστοτε έργου ΑΠΕ, προκειμένου να διασφαλίζεται η διατήρηση του προστατευτέου αντικειμένου της περιοχής εγκατάστασης”.

 

10. Επειδή, κατά την έννοια των άρθρων 24 και 106 του Συντάγματος, που κατοχυρώνουν την αρχή της βιώσιμης ανάπτυξης, σημαντικό στοιχείο του φυσικού περιβάλλοντος είναι τα ευπαθή ή ευαίσθητα οικοσυστήματα, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται και τα μικρά νησιά, τα οποία χαρακτηρίζονται από την ενότητα και τη λιτή συμμετρία του τοπίου τους, από το εκτεταμένο ανάπτυγμα ακτών σε σχέση προς την έκτασή τους, και τη στενή αλληλεξάρτηση των ανθρωπογενών συστημάτων (δημογραφικού, πολιτιστικού, κοινωνικοοικονομικού κ.λπ.) και του φυσικού περιβάλλοντος, που τα καθιστούν ιδιαίτερα ευάλωτα σε εξωγενείς παρεμβάσεις. Ειδικότερη εκδήλωση της συνταγματικής αυτής μέριμνας αποτελούν και οι διατάξεις των άρθρων 101 παρ. 4 (η οποία προστέθηκε με το από 27.5.2008 Ψήφισμα της Η΄ Αναθεωρητικής Βουλής, Α΄ 102) και 106 παρ. 1 του Συντάγματος, που αναφέρονται στις ιδιαίτερες συνθήκες των νησιωτικών περιοχών. Ουσιώδης όρος για την προστασία των μικρών νησιών είναι τα ειδικά χωροταξικά σχέδια, τα οποία, δεδομένου ότι τα νησιά είναι δεκτικά μόνον ήπιας ανάπτυξης, πρέπει να προβλέπουν και να διατάσσουν στο χώρο των νησιών μόνο εκείνες τις μορφές ανάπτυξης που είναι συμβατές με την αρχή της διατήρησης αμείωτου του πολιτιστικού και φυσικού κεφαλαίου τους. Κύριος, εξάλλου, παράγων για τον καθορισμό των ορίων της φέρουσας ικανότητας των μικρών νησιών είναι το ενεργειακό τους σύστημα, από το οποίο εξαρτάται σε σημαντικό βαθμό η βιώσιμη ανάπτυξή τους. Στο πλαίσιο αυτό δεν αποκλείεται η εφαρμογή μεθόδων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας φιλικών προς το περιβάλλον, όπως είναι οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, για την ανάπτυξη των οποίων τα μικρά νησιά αποτελούν το κατ’ εξοχήν προσφερόμενο πεδίο εφαρμογής τους, υπό την προϋπόθεση ότι λαμβάνεται υπόψη η ιδιαιτερότητα του νησιωτικού χώρου. Περαιτέρω, εντός του ως άνω πλαισίου, δικαιολογημένη παρίσταται κατ’ αρχήν η εισαγωγή διαφορετικών ρυθμίσεων για τα νησιά εν σχέσει προς τις λοιπές περιοχές της ηπειρωτικής χώρας, οι οποίες, εφόσον δεν υπάγονται σε ιδιαίτερο προστατευτικό καθεστώς, επιτρεπτώς, κατ’ αρχήν, υφίστανται εντονότερη παραγωγική και εν γένει αναπτυξιακή δραστηριότητα από εκείνη στην οποία υπόκειται ο νησιωτικός χώρος (ΣτΕ 1421/2013 επταμ., σκέψη 27).

 

11. Επειδή, εξάλλου, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 4 παρ. 1α και 2 του εφαρμοστέου στην προκειμένη περίπτωση ν. 1650/1986, όπως το άρθρο αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο 2 του ν. 3010/2002 (Α΄ 91), για την πραγματοποίηση νέων δημόσιων ή ιδιωτικών έργων ή δραστηριοτήτων απαιτείται η έγκριση όρων για την προστασία του περιβάλλοντος, μετά από υποβολή, προκειμένου περί έργων που ανήκουν στην Α΄ κατηγορία κατά τη διάκριση που εισάγεται με το προηγούμενο άρθρο 3 του ίδιου ν. 1650/1986, όπως το άρθρο αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 του αυτού ν. 3010/2002, δηλαδή για τα έργα που είναι πιθανόν να προκαλέσουν σοβαρές επιπτώσεις στο περιβάλλον, μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων. Σύμφωνα δε με το άρθρο 4 και το Παράρτημα 1 της κατ’ εξουσιοδότηση του ανωτέρω άρθρου 3 του ν. 1650/1986 εκδοθείσας κοινής υπουργικής αποφάσεως Η.Π.: 15393/2332/5.8.2002 (Β΄ 1022), η «ηλεκτροπαραγωγή από αιολική και ηλιακή ενέργεια > 40 MW», που ανήκει στην Ομάδα 10 (ειδικά έργα), κατατάσσεται στην πρώτη υποκατηγορία της πρώτης κατηγορίας. Περαιτέρω, κατ’ εξουσιοδότηση του ν. 1650/1986 έχουν εκδοθεί, ειδικά για τις ΑΠΕ, οι κοινές υπουργικές αποφάσεις 104247/2006 (Β΄ 663), για τη διαδικασία Προκαταρκτικής Περιβαλλοντικής Εκτίμησης και Αξιολόγησης (ΠΠΕΑ) και έγκρισης περιβαλλοντικών όρων (ΕΠΟ), και 104248/2006 (Β΄ 663), για το περιεχόμενο, τα δικαιολογητικά και τα λοιπά στοιχεία της ΠΠΕ και της ΜΠΕ που εκπονούνται για την προηγούμενη εκτίμηση των επιπτώσεων των έργων ΑΠΕ στο περιβάλλον. Κατά τις διατάξεις αυτές, για τη χορήγηση άδειας εγκαταστάσεως αιολικού σταθμού παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας απαιτείται, μεταξύ άλλων, η εξέταση και εκτίμηση των περιβαλλοντικών και άλλων επιπτώσεων από την εγκατάσταση του σταθμού στην πέριξ αυτού περιοχή, η εκτίμηση δε αυτή γίνεται, καταρχήν, κατά το στάδιο της εγκρίσεως των περιβαλλοντικών όρων, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 1650/1986 (πρβλ. ΣτΕ 3816/2010, 1508/2008, 2569/2004 επταμ.). Κατά την αξιολόγηση αυτή λαμβάνονται υπόψη οι όροι των Περιφερειακών Πλαισίων Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης καθώς και το Ειδικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού για τις Α.Π.Ε., το οποίο εγκρίθηκε με την υπ’ αριθμ. 49828/12.11.2008 απόφαση (Β΄ 2464) της Επιτροπής Συντονισμού της Κυβερνητικής Πολιτικής στον τομέα του χωροταξικού σχεδιασμού και της αειφόρου ανάπτυξης (πρβλ. ΣτΕ 2474/2011, 1542/2017, 1938/2019 κ.ά.).

 

12. Επειδή, εξάλλου, σύμφωνα με τον ν. 3468/2006 (Α΄ 129), για την εγκατάσταση και λειτουργία σταθμού παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (Α.Π.Ε.) απαιτείται, μεταξύ άλλων, άδεια παραγωγής, η οποία εκδίδεται από τη Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας (ΡΑΕ, άρθρο 3, όπως ισχύει μετά το ν. 3851/2010, Α΄ 85), έγκριση περιβαλλοντικών όρων, κατόπιν υποβολής μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων (άρθρο 8 παρ. 3 περ. β΄ και 6, όπως το άρθρο 8 αντικαταστάθηκε με το ν. 3851/2010), άδεια εγκατάστασης (άρθρα 7 και 8 παρ. 1 και 2) και άδεια λειτουργίας (άρθρο 8 παρ. 11). Με τον προαναφερθέντα ν. 3851/2010 τροποποιήθηκαν επίσης οι διατάξεις του ν. 1650/1986 (Α´ 160), που αφορούν την έγκριση περιβαλλοντικών όρων. Ειδικότερα, με την παρ. 1 του άρθρου 8 του ν. 3851/2010 προστέθηκε νέα παράγραφος 1 στο άρθρο 8 του ν. 1650/1986, με την οποία ορίσθηκε ότι “Με τη θέσπιση των κατάλληλων μέτρων προωθούνται, κατά προτεραιότητα, οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, ως μέσο για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, την προστασία της ατμόσφαιρας, το βιώσιμο ενεργειακό εφοδιασμό της χώρας, την επίτευξη της αειφόρου ανάπτυξης και τη βιώσιμη αξιοποίηση των πηγών του εθνικού πλούτου”, ενώ, με την παρ. 2 του ίδιου άρθρου 8, προστέθηκε παράγραφος 6 στο άρθρο 19 του ν. 1650/1986 και ορίσθηκε ότι στις περιοχές Natura 2000, που έχουν χαρακτηρισθεί Ειδικές Ζώνες Διατήρησης (Ε.Ζ.Δ.) και Ζώνες Ειδικής Προστασίας (Ζ.Ε.Π.), “επιτρέπεται η εγκατάσταση σταθμών από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας ως μέσο για την προστασία του κλίματος, εφόσον, με τους όρους και τις προϋποθέσεις που θα καθορίζονται στα πλαίσια της έγκρισης περιβαλλοντικών όρων του σταθμού, διασφαλίζεται η διατήρηση του προστατευτέου αντικειμένου της περιοχής”, η ρύθμιση δε αυτή επαναλήφθηκε με το άρθρο 5 του ν. 3937/2011 (Α΄ 60), με το οποίο αντικαταστάθηκε το άρθρο 19 του ανωτέρω ν. 1650/1986.

 

13. Επειδή, με την απόφαση 49828/12.11.2008 της Επιτροπής Συντονισμού της Κυβερνητικής Πολιτικής στον Τομέα του Χωροταξικού Σχεδιασμού και της Αειφόρου Ανάπτυξης (Β΄ 2464) εγκρίθηκαν το Ειδικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού για τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας και η σχετικώς εκπονηθείσα στρατηγική μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων. Με το ειδικό αυτό πλαίσιο επιδιώκεται, εκτός των άλλων, να παρασχεθεί ένα σαφές πλαίσιο στις αδειοδοτούσες αρχές και τις ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις, ώστε να προσανατολιστούν σε καταρχήν κατάλληλες από χωροταξικής απόψεως περιοχές εγκατάστασης και να περιορίσουν έτσι τις αβεβαιότητες και τις συγκρούσεις χρήσεων γης (άρθρο 1 παρ. 2). Στο άρθρο 2 του Ειδικού Πλαισίου περιέχεται, μεταξύ άλλων, α) ο ορισμός της αιολικής εγκατάστασης, που είναι ο εξής: “2. Αιολικές εγκαταστάσεις: Εγκαταστάσεις εκμετάλλευσης της αιολικής ενέργειας για την παραγωγή ηλεκτρισμού που λειτουργούν είτε με τη μορφή μεμονωμένων ανεμογεννητριών (Α/Γ), είτε με τη μορφή αιολικών πάρκων, δηλαδή συστοιχίας ανεμογεννητριών” και β) ο ορισμός της τυπικής ανεμογεννήτριας, που είναι ο εξής: “Τυπική ανεμογεννήτρια (Α/Γ) ή ισοδύναμη αυτής: Η ανεμογεννήτρια με διάμετρο ρότορα D=85m. Ο υπολογισμός της ισοδύναμης Α/Γ προκύπτει από τον τύπο (Nισ) D/Dτ, (όπου Νισ είναι ο ισοδύναμος αριθμός τυπικών Α/Γ, D η διάμετρος του ρότορα της εγκατεστημένης Α/Γ και DT η διάμετρος του ρότορα της τυπικής Α/Γ). Ο υπολογισμός ανά Ο.Τ.Α. της μέγιστης επιτρεπόμενης πυκνότητας αιολικών εγκαταστάσεων, που ορίζεται στα άρθρα 7, 8, 9 προκύπτει από τον τύπο (Eισ) = (Νισ x 75,86 στρ, όπου Εισ, είναι η αναλογούσα στην εγκατεστημένη Α/Γ επιφάνεια κάλυψης του χώρου”. Στο δεύτερο κεφάλαιο της ανωτέρω απόφασης (άρθρα 4 - 11) θεσπίζονται οι κατευθύνσεις και τα κριτήρια χωροθέτησης των αιολικών εγκαταστάσεων, οι οποίες εκμεταλλεύονται την αιολική ενέργεια για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας. Ειδικότερα, στο άρθρο 5 προβλέπεται ότι για τη χωροθέτηση των αιολικών εγκαταστάσεων ο εθνικός χώρος, με βάση το εν δυνάμει εκμεταλλεύσιμο αιολικό δυναμικό του και τα ιδιαίτερα χωροταξικά και περιβαλλοντικά χαρακτηριστικά του, διακρίνεται σε τέσσερις κατηγορίες, μεταξύ των οποίων είναι τα κατοικημένα νησιά του Ιονίου και του Αιγαίου Πελάγους. Στο άρθρο 6 της ίδιας απόφασης ορίζεται, μεταξύ άλλων, ότι: «... 3. Επιτρέπεται η χωροθέτηση αιολικών εγκαταστάσεων εντός των Ζωνών Ειδικής Προστασίας (Ζ.Ε.Π.) της ορνιθοπανίδας της οδηγίας 79/409/ΕΟΚ ύστερα από τη σύνταξη ειδικής ορνιθολογικής μελέτης και σύμφωνα με τις ειδικότερες προϋποθέσεις και περιορισμούς που θα καθορίζονται στην οικεία πράξη έγκρισης περιβαλλοντικών όρων. ... 5. Σε όλες τις περιοχές του άρθρου 5, η χωροθέτηση αιολικών εγκαταστάσεων πρέπει να πληροί τις ελάχιστες αποστάσεις από τις γειτνιάζουσες χρήσεις γης, δραστηριότητες και δίκτυα τεχνικής υποδομής που καθορίζονται στους πίνακες του Παραρτήματος II της παρούσας απόφασης. β. Οι αποστάσεις της περιπτώσεως α΄ αφορούν τη χωροθέτηση των κυρίως αιολικών εγκαταστάσεων. Για τις απαιτούμενες κατά περίπτωση αποστάσεις των συνοδευτικών εγκαταστάσεων εφαρμόζονται οι διατάξεις της ισχύουσας νομοθεσίας και οι τυχόν ισχύοντες ειδικοί κανονισμοί και πρότυπα», στο δε άρθρο 8, σχετικά με τα ειδικά κριτήρια χωροθέτησης αιολικών εγκαταστάσεων στο νησιωτικό χώρο, ορίζεται ότι: «Για τη χωροθέτηση αιολικών εγκαταστάσεων στα κατοικημένα νησιά του Αιγαίου και Ιονίου Πελάγους ... πρέπει να λαμβάνονται υπόψη τα εξής ειδικά κριτήρια: 1. Το μέγιστο επιτρεπόμενο ποσοστό κάλυψης εδαφών σε επίπεδο πρωτοβάθμιου Ο.Τ.Α. δεν μπορεί να υπερβαίνει το 4% ανά ΟΤΑ δηλαδή 0,53 τυπικές ανεμογεννήτριες /1000 στρέμματα [βλ. άρθρο 2 Ειδικού Πλαισίου]. Ειδικά στα μη διασυνδεδεμένα με το σύστημα και το δίκτυο διανομής ηλεκτρικής ενέργειας της ηπειρωτικής χώρας νησιά και μέχρι τη διασύνδεσή τους η συνολική ισχύς των αιολικών σταθμών ανά νησί δεν πρέπει να ξεπερνά το διπλάσιο του επιπέδου αιχμής της ζήτησης που αυτό εμφανίζει σε μεσο-μακροπρόθεσμο ορίζοντα (δεκαετία). Εξαίρεση από το όριο αυτό, δηλαδή από το διπλάσιο του επιπέδου αιχμής της ζήτησης κάθε νησιού, αποτελούν οι προτάσεις εγκατάστασης αιολικών πάρκων που περιλαμβάνουν την κατασκευή επαρκούς διασύνδεσης με το σύστημα και το δίκτυο διανομής ηλεκτρικής ενέργειας της ηπειρωτικής χώρας καθώς και τα αιολικά πάρκα που αποτελούν μέρος πρότασης υβριδικών σταθμών. 2. Κριτήρια ένταξης των αιολικών εγκαταστάσεων στο τοπίο: Εφαρμόζονται οι κανόνες τοπίου που ορίζονται στο Παράρτημα IV της παρούσας απόφασης». Στο έβδομο κεφάλαιο της ως άνω απόφασης ενσωματώνονται έξι παραρτήματα, στα πέντε πρώτα εκ των οποίων καθορίζονται οι Περιοχές Αιολικής Προτεραιότητας (Π.Α.Π.) και το μέγιστο αιολικό δυναμικό τους (παράρτημα Ι), οι ελάχιστες αποστάσεις που πρέπει να τηρούνται από άλλες αιολικές εγκαταστάσεις και γειτνιάζουσες χρήσεις και δίκτυα (παράρτημα ΙΙ), η φέρουσα ικανότητα (χωρητικότητα) των Π.Α.Π. (παράρτημα ΙΙΙ), τα κριτήρια ένταξης των αιολικών εγκαταστάσεων στο τοπίο (παράρτημα ΙV) και η αρμόδια αρχή ελέγχου των κανόνων και κριτηρίων χωροθέτησης για τις αιολικές εγκαταστάσεις κατά την αδειοδότηση μεμονωμένων εγκαταστάσεων (παράρτημα V). Ειδικότερα, στο ως άνω παράρτημα ΙΙ υπό τον τίτλο “Αποστάσεις αιολικών εγκαταστάσεων από γειτνιάζουσες χρήσεις γης, δραστηριότητες και δίκτυα τεχνικής υποδομής” α) καθορίζεται στο Κεφάλαιο Β΄ («Αποστάσεις από περιοχές περιβαλλοντικού ενδιαφέροντος») ως ελάχιστη απόσταση των αιολικών εγκαταστάσεων, μεταξύ άλλων, από ακτές κολύμβησης, που περιλαμβάνονται στο πρόγραμμα παρακολούθησης της ποιότητας των νερών κολύμβησης του Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε., αυτή των 1.500 μ., προβλέπεται δε ότι «Η αναφερόμενη απόσταση δεν λαμβάνεται υπόψη στην περίπτωση που η άτρακτος μιας Α/Γ δεν είναι ορατή από την ασύμβατη χρήση» (υποσημείωση 2), β) στο Κεφάλαιο Δ΄ («Αποστάσεις από οικιστικές δραστηριότητες») καθορίζεται ως ελάχιστη απόσταση των αιολικών εγκαταστάσεων από τα όρια παραδοσιακών και λοιπών οικισμών τα 1500 μ. και τα 500 μ. αντιστοίχως, προβλέπεται δε ότι «Στις περιπτώσεις που δεν έχει οριοθετηθεί ο οικισμός η απόσταση υπολογίζεται από το κέντρο του οικισμού προσαυξημένη κατά 500 μέτρα και, σε κάθε περίπτωση, σε απόσταση μεγαλύτερη των 500 μ. από την τελευταία κατοικία του οικισμού» (υποσημείωση 3), τέλος δε γ) στο Κεφάλαιο ΣΤ΄ («Αποστάσεις από ζώνες ή εγκαταστάσεις παραγωγικών δραστηριοτήτων») προβλέπεται, μεταξύ άλλων, ότι η ελάχιστη απόσταση των αιολικών εγκαταστάσεων από λατομικές ζώνες και δραστηριότητες καθορίζεται «όπως ορίζεται στην κείμενη νομοθεσία», σύμφωνα δε με το άρθρο 17 παρ. 1 του ν. 3335/2005 (Α΄ 95), η ελάχιστη απόσταση των πυλώνων ανεμογεννητριών από τα όρια των λατομικών περιοχών ορίζεται στα 150 μ.

 

14. Επειδή, περαιτέρω, στο άρθρο 21 του ανωτέρω Ειδικού Πλαισίου για τις ΑΠΕ, όπως το άρθρο αυτό ισχύει μετά την τροποποίησή του με το άρθρο 9 παρ. 4 του ν. 3851/2010 (Α΄ 85) [βλ. για το νόμο αυτό και παραπάνω, σκέψη 12], ορίζεται ότι: «1. Σύμφωνα με το άρθρο 8 παρ. 2 του ν. 2742/1999, τα Περιφερειακά Πλαίσια Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης, πρέπει να εναρμονίζονται με τις κατευθύνσεις των Ειδικών Πλαισίων, ενώ παράλληλα οφείλουν να εξειδικεύουν και να συμπληρώνουν τις επιλογές και ρυθμίσεις τους. Επιπλέον, σύμφωνα με το άρθρο 9 του ν. 2742/1999, αντίστοιχη υποχρέωση εναρμόνισης καθιερώνεται και για τα υποκείμενα πολεοδομικά σχέδια και σχέδια χρήσεων γης, όπως είναι ιδίως τα Ρυθμιστικά Σχέδια, τα Γενικά Πολεοδομικά Σχέδια και τα Σχέδια Χωρικής και Οικιστικής Οργάνωσης Ανοικτών Πόλεων και οι Ζώνες Οικιστικού Ελέγχου. 2. ...». Περαιτέρω, στο άρθρο 9 παρ. 2 του ν. 3851/2010 ορίζεται ότι: «Για την εγκατάσταση σταθμών ΑΠΕ λαμβάνονται υπόψη μόνο εγκεκριμένα χωροταξικά, πολεοδομικά, ρυθμιστικά ή άλλα σχέδια χρήσεων γης και εγκεκριμένες μελέτες που εναρμονίζονται προς το Ειδικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης για τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΦΕΚ 2464 Β΄) και τεκμηριώνουν επαρκώς ότι έχουν λάβει μέριμνα και έχουν διασφαλίσει τη μέγιστη αξιοποίηση του διαθέσιμου δυναμικού ΑΠΕ. Αν δεν υπάρχουν τέτοια σχέδια, η έγκριση εγκατάστασης σταθμών ΑΠΕ γίνεται με εφαρμογή των κατευθύνσεων του Ειδικού Πλαισίου Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης για τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΦΕΚ 2464 Β΄)». Εξάλλου, στο άρθρο 9 του ν. 2742/1999 (Α΄ 207) προστέθηκε, με την παρ. 3 του άρθρου 9 του ν. 3851/2010, παράγραφος 3, η οποία ορίζει τα εξής: «Στις περιπτώσεις ήδη θεσμοθετημένων Περιφερειακών Πλαισίων Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης, ρυθμιστικών σχεδίων, γενικών πολεοδομικών σχεδίων, ζωνών οικιστικού ελέγχου ή άλλων σχεδίων χρήσεως γης, το περιεχόμενο των οποίων δεν καλύπτει επαρκώς τις κατευθύνσεις του Ειδικού Πλαισίου Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης για τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας και μέχρι την εναρμόνισή τους προς τις κατευθύνσεις αυτές, η χωροθέτηση των έργων ΑΠΕ γίνεται με άμεση και αποκλειστική εφαρμογή των κατευθύνσεων του Ειδικού Πλαισίου Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης για τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΦΕΚ 2464 Β΄)». Όπως έχει κριθεί, από τις ανωτέρω διατάξεις προκύπτει ότι σε περίπτωση που προϋφιστάμενα του Ειδικού Πλαισίου για τις ΑΠΕ περιφερειακά χωροταξικά και πολεοδομικά σχέδια έρχονται σε αντίθεση προς το περιεχόμενο του Ειδικού Πλαισίου, υπερισχύουν οι κατευθύνσεις και ρυθμίσεις, οι οποίες εισάγονται με το τελευταίο, προς τις οποίες πρέπει να εναρμονιστούν τα εν λόγω σχέδια, τροποποιούμενα αναλόγως, λαμβάνοντας υπόψη και το γεγονός ότι το Ειδικό Πλαίσιο είναι μεταγενέστερο και αφορά ειδικώς τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Σε κάθε περίπτωση, παρέχεται η δυνατότητα χωροθέτησης έργων ΑΠΕ με άμεση εφαρμογή του ως άνω Ειδικού Πλαισίου και πριν την εναρμόνιση προς αυτό προϋφιστάμενων χωροταξικών και πολεοδομικών σχεδίων (βλ. ΣτΕ 1723-1724/2018, 1343/2019, πρβλ. ΣτΕ 1421/2013 επταμ., σκ. 20, ΣτΕ 47/2018, σκ. 24), αφού, άλλωστε, τα περιφερειακά πλαίσια υπόκεινται, ούτως ή άλλως, του Ειδικού Πλαισίου των ΑΠΕ [“εναρμονίζονται”, κατά τη διατύπωση του άρθρου 8 παρ. 2 του ν. 2742/1999 (Α΄ 207), κριθέντος, κατά τούτο, συμφώνου με το Σύνταγμα (βλ. ΣτΕ 1421/2013 επταμ. σκ. 20), και “οφείλουν να εναρμονίζονται” κατά το άρθρο 6 παρ. 2α του μεταγενέστερου χωροταξικού ν. 4269/2014 (Α΄ 142)]. Τέλος, με το άρθρο 22 του εν λόγω χωροταξικού πλαισίου των ΑΠΕ προβλέφθηκε, υπό τον τίτλο «Ειδικές κατευθύνσεις για την τροποποίηση των Ζωνών Οικιστικού Ελέγχου στις νησιωτικές περιοχές», η εξής ειδική κατεύθυνση: “Ειδικώς για τις εκτός εγκεκριμένων σχεδίων πόλεων και εκτός ορίων οικισμών περιοχές της νησιωτικής Ελλάδας και ιδίως τις περιοχές των νησιών του Αιγαίου Πελάγους, που υπάγονται στη συντριπτική τους πλειονότητα σε καθεστώς Ζώνης Οικιστικού Ελέγχου κατά το άρθρο 29 του ν. 1337/1983 χωρίς όμως κατά την κατάρτισή τους να έχει μελετηθεί το ζήτημα της χωροθέτησης έργων Α.Π.Ε., καθορίζονται οι ακόλουθες ειδικές κατευθύνσεις που πρέπει να ληφθούν υπόψη για την τροποποίηση και συμπλήρωση των σχετικών κανονιστικών προβλέψεων ώστε να επιτευχθεί η εναρμόνισή τους με τις ρυθμίσεις του παρόντος Ειδικού Πλαισίου: 1. Τήνος: π.δ. 13/27.2.2003 (ΦΕΚ 160 Δ΄). Πρέπει να τροποποιηθεί το σχετικό π.δ. περί ΖΟΕ, ώστε να παρασχεθεί η δυνατότητα χωροθέτησης εγκαταστάσεων Α.Π.Ε., σύμφωνα με τους όρους του παρόντος Ειδικού Πλαισίου … 5. Πάρος: π.δ. 16.6/1993 (ΦΕΚ 732 Δ΄). Κρίνεται αναγκαία η τροποποίηση του σχετικού π.δ., ώστε να παρασχεθεί η δυνατότητα χωροθέτησης εγκαταστάσεων Α.Π.Ε., σύμφωνα με τους όρους του παρόντος Ειδικού Πλαισίου και τις διατάξεις των γενικών όρων της παρ. 5 του πιο πάνω π.δ. ...”.

 

15. Επειδή, εξάλλου, με την 25290/25.6.2003 απόφαση της Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων (Β΄ 1487) εγκρίθηκε το Περιφερειακό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης της Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου. Στην απόφαση αυτή αναφέρεται ως προς τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας: α) ότι η Περιφέρεια διαθέτει συγκριτικά πλεονεκτήματα λόγω κλιματολογικών χαρακτηριστικών στον τομέα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, εν τούτοις το δυναμικό παραμένει μάλλον αναξιοποίητο (ΦΕΚ Β΄ 1487/2003, σελ. 20859), β) ότι το Νότιο Αιγαίο πρέπει να αποτελέσει χώρο καινοτομικών εφαρμογών και κέντρων ανταλλαγής και μεταφοράς τεχνολογίας και τεχνογνωσίας στον τομέα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, γ) ότι η επίτευξη ενεργειακής επάρκειας ή και αυτοτέλειας (στους τομείς όπου είναι εφικτό), μέσω της προώθησης των εφαρμογών αξιοποίησης ανανεώσιμων πηγών, σε συνδυασμό με συμβατικές μορφές παραγωγής και μεθόδους εξοικονόμησης, καθώς και η μείωση της περιβαλλοντικής επιβάρυνσης από τους συμβατικούς σταθμούς παραγωγής, τις εγκαταστάσεις αποθήκευσης καυσίμων και τα εναέρια δίκτυα μεταφοράς ηλεκτρικού ρεύματος, αποτελούν προτεραιότητες του προγραμματικού σχεδιασμού σε επίπεδο Περιφέρειας και στο πλαίσιο αυτό εντάσσεται, μεταξύ άλλων, η αξιοποίηση του υψηλού αιολικού δυναμικού των νησιών, με τήρηση των περιορισμών που τίθενται για τη διατήρηση του φυσικού και πολιτιστικού αποθέματός τους (ΦΕΚ Β΄ 1487/2003, σελ. 20871) και δ) ότι στο μακροπρόθεσμο πρόγραμμα δράσης εντάσσεται η παραγωγή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές και εφαρμογές κατά τη Β΄ φάση 2007-2015 (ΦΕΚ Β΄ 1487/2003, σελ. 20876).

 

16. Επειδή, προβάλλεται ότι τόσο στη μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων του έργου όσο και στην προσβαλλόμενη ΑΕΠΟ δεν εξετάζεται η συμβατότητα του έργου αυτού με τις προβλέψεις του Περιφερειακού Πλαισίου Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου. Τούτο δε ήταν, κατά τα προβαλλόμενα, απαραίτητο διότι δεν τυγχάνει, εν προκειμένω, εφαρμογής η παρ. 3 του άρθρου 9 του ν. 2742/1999, όπως προστέθηκε με το άρθρο 9 παρ. 3 του ν. 3851/2010 (βλ. ανωτέρω, σκέψη 14), που προβλέπει την ευθεία εφαρμογή του Ειδικού Πλαισίου για τις ΑΠΕ στις περιπτώσεις περιφερειακών πλαισίων που δεν καλύπτουν με επάρκεια το ζήτημα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, δεδομένου ότι, κατά τους αιτούντες ΟΤΑ, ειδικώς το Περιφερειακό Πλαίσιο Νοτίου Αιγαίου καλύπτει με επάρκεια τα ζητήματα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Προβάλλεται, περαιτέρω, ότι η εν λόγω πλημμέλεια της προσβαλλόμενης ΑΕΠΟ καταδεικνύεται από το γεγονός ότι στο προοίμιό της δεν μνημονεύεται το Περιφερειακό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου. Δεν ελήφθησαν δε υπόψη, κατά τους ειδικότερους ισχυρισμούς των αιτούντων, τα κριτήρια που προβλέπει η παρ. Γ.6.1 του εν λόγω περιφερειακού σχεδίου και συγκεκριμένα οι κατευθύνσεις για την ενέργεια, σύμφωνα με τις οποίες πρέπει η αξιοποίηση του υψηλού αιολικού δυναμικού των νησιών να γίνεται μέσα στα πλαίσια των περιορισμών που τίθενται για τη διατήρηση του φυσικού και πολιτιστικού αποθέματος των νησιών, σε συνδυασμό με τις παρ. Β.3.4, Γ.1 και Γ.4 του πλαισίου, που αφορούν την προστασία του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος του Νοτίου Αιγαίου εν γένει. Όπως, όμως, έχει κριθεί (ΣτΕ 1343/2019), το Περιφερειακό Πλαίσιο Νοτίου Αιγαίου, που έχει εκδοθεί πριν την έναρξη ισχύος του Ειδικού Πλαισίου για τις ΑΠΕ, αν και χαρακτηρίζει την ανάπτυξη των ΑΠΕ ως στόχο προτεραιότητας, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι καλύπτει επαρκώς τις κατευθύνσεις του ειδικού πλαισίου γι’ αυτές, αρκούμενο σε γενικές αναφορές και πρόβλεψη στόχων για την ανάπτυξή τους χωρίς να θέτει συγκεκριμένα κριτήρια χωροθέτησης έργων παραγωγής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές. Με αυτά τα δεδομένα, στην προκειμένη περίπτωση, τυγχάνουν εφαρμογής οι διατάξεις του άρθρου 9 παρ. 2 και 3 του ν. 3852/2010, με τη δεύτερη εκ των οποίων προστέθηκε παρ. 3 στο άρθρο 9 του ν. 2742/1999, και περαιτέρω, οι διατάξεις του Ειδικού Πλαισίου για τις ΑΠΕ που θέτουν κριτήρια χωροθέτησης λαμβάνοντας υπόψη, μεταξύ άλλων, την προστασία του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος, καθώς και του τοπίου, θεσπίζοντας ζώνες αποκλεισμού και κανόνες για την ένταξη των αιολικών πάρκων στο τοπίο (άρθρο 6, άρθρο 8 - ιδίως για τα αιολικά πάρκα στο νησιωτικό χώρο - και Παράρτημα ΙV του πλαισίου). Επομένως, αβασίμως προβάλλονται, ανεξάρτητα από την αοριστία τους, τα περί πλημμελούς αιτιολογίας της προσβαλλόμενης πράξης, δεδομένου, άλλωστε, ότι δεν προβάλλονται συγκεκριμένες ασυμβατότητες του επίδικου έργου προς τις προβλέψεις του Περιφερειακού Πλαισίου Νοτίου Αιγαίου, το οποίο, άλλωστε, περιέχει την κατεύθυνση της αξιοποίησης του αιολικού δυναμικού των νησιών και, κατά τούτο, εναρμονίζεται και με τις προβλέψεις του επακολουθήσαντος Ειδικού Πλαισίου των ΑΠΕ. Πρέπει, επομένως, να απορριφθούν οι λόγοι ακυρώσεως, με τους οποίους αμφισβητείται η συμβατότητα των επίμαχων αιολικών πάρκων, όπως αυτά έχουν διαμορφωθεί με την τροποποιητική της αρχικής ΥΠΕΝ/ΔΙΠΑ/ 29714/1561/25.5.2020 απόφαση του Γενικού Διευθυντή Περιβαλλοντικής Πολιτικής του ΥΠΕΝ, προς τον ισχύοντα περιφερειακό σχεδιασμό του Νοτίου Αιγαίου και, ειδικότερα, του Ν. Κυκλάδων. Εφόσον, εξάλλου, ο λόγος αυτός ερμηνευθεί ότι αμφισβητεί εκ προοιμίου τη συμβατότητα της ανάπτυξης ΑΠΕ ειδικώς στην περιοχή των Κυκλάδων, αυτός είναι και πάλι αβάσιμος. Τούτο, διότι το πολύτιμο πολιτιστικό απόθεμα των Κυκλάδων και το ιδιαιτέρως πλούσιο φυσικό τους κεφάλαιο αποτελούν, βεβαίως, στοιχεία υποχρεωτικώς ληπτέα υπόψη για τη χάραξη των κατευθύνσεων σχεδιασμού και στον τομέα των ΑΠΕ κατ’ εφαρμογή των συνταγματικών διατάξεων περί προστασίας του περιβάλλοντος και του νησιωτικού χώρου (βλ. παραπάνω, σκέψη 10), δεν αποκλείουν, όμως, σε καμία περίπτωση κάθε εγκατάσταση ΑΠΕ στα νησιά αυτά, τα οποία, κατά συνεκτίμηση των ιδιαιτεροτήτων τους και των ειδικών συνταγματικών απαιτήσεων προστασίας τους, όπως αυτά έχουν αναδειχθεί μέσω του χωροταξικού σχεδιασμού, πρέπει να συμβάλλουν, ως τμήμα του εθνικού χώρου, στην επίτευξη των στόχων της ανανεώσιμης και φιλικής προς το περιβάλλον ενέργειας, την οποία έχει θέσει ο νομοθέτης συμμορφούμενος και προς το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης [βλ. ήδη και Οδηγία 2018/2001/ΕΕ (EL 328), με την οποία η αυξημένη χρήση ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές αξιολογείται ως επωφελής για το περιβάλλον, την κοινωνία και την υγεία (βλ. στ. 3 προοιμίου), τίθεται δε ως στόχος η διαμόρφωση του μεριδίου ενέργειας από ΑΠΕ στην ακαθάριστη τελική κατανάλωση ενέργειας στο ύψος του 32% μέχρι το έτος 2030 (άρθρο 3 παρ. 1)] και σε, καταρχήν, αρμονία προς τις ως άνω συνταγματικές διατάξεις (πρβλ. ΣτΕ 2499/2012 Ολομ.).

 

17. Επειδή, με την οδηγία 92/43/ΕΟΚ “για τη διατήρηση των φυσικών οικοτόπων, καθώς και της άγριας πανίδας και χλωρίδας” (L. 206) συνεστήθη ένα συνεκτικό ευρωπαϊκό δίκτυο (Natura 2000), που περιλαμβάνει και τις ζώνες ειδικής προστασίας (ΖΕΠ) που έχουν ταξινομηθεί από τα κράτη - μέλη σύμφωνα με τις διατάξεις της οδηγίας περί ορνιθοπανίδας (79/409/ΕΟΚ - νυν 2009/147, βλ. αμέσως κατωτέρω) και αποσκοπεί στην προστασία της βιοποικιλότητας στο έδαφος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Με το άρθρο 6 παρ. 2 της οδηγίας, επιβάλλεται στα κράτη - μέλη η υποχρέωση να λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα, ώστε να αποτραπεί το ενδεχόμενο υποβάθμισης των φυσικών οικοτόπων και των οικοτόπων ειδών και πρόκλησης ενοχλήσεων που έχουν επιπτώσεις στα είδη, για την προστασία των οποίων έχουν καθοριστεί οι ζώνες αυτές, “εφόσον οι ενοχλήσεις αυτές θα μπορούσαν να έχουν επιπτώσεις σημαντικές όσον αφορά τους στόχους της ... οδηγίας”. Στην επόμενη παρ. 3 του ίδιου άρθρου 6 της αυτής οδηγίας 92/43/ΕΟΚ προβλέπεται ότι “Κάθε σχέδιο, μη άμεσα συνδεόμενο ή αναγκαίο για τη διαχείριση του τόπου, το οποίο όμως είναι δυνατόν να επηρεάζει σημαντικά τον εν λόγω τόπο, καθεαυτό ή από κοινού με άλλα σχέδια, εκτιμάται δεόντως ως προς τις επιπτώσεις του στον τόπο, λαμβανομένων υπόψη των στόχων διατήρησής του. Βάσει των συμπερασμάτων της εκτίμησης των επιπτώσεων στον τόπο ..., οι αρμόδιες εθνικές αρχές συμφωνούν για το οικείο σχέδιο μόνον αφού βεβαιωθούν ότι δεν θα παραβλάψει την ακεραιότητα του τόπου περί του οποίου πρόκειται και, ενδεχομένως, αφού εκφρασθεί πρώτα η δημόσια γνώμη”. Περαιτέρω, με το άρθρο 4 της οδηγίας 2009/147/ΕΚ “περί της διατηρήσεως των αγρίων πτηνών” (L. 20), με την οποία κωδικοποιήθηκε και καταργήθηκε η προγενέστερη οδηγία 79/409/ΕΟΚ (L. 103), θεσπίζεται τόσο για τα είδη που απαριθμούνται στο παράρτημα I όσο και για τα αποδημητικά πτηνά, ειδικό και ενισχυμένο σύστημα προστασίας, το οποίο δικαιολογείται από το γεγονός ότι πρόκειται, αντιστοίχως, για είδη που απειλούνται με εξαφάνιση και είδη που αποτελούν κοινή κληρονομιά της Ένωσης. Το σύστημα αυτό περιλαμβάνει μέτρα, όπως είναι η δημιουργία Ζωνών Ειδικής Προστασίας (ΖΕΠ), βάσει αποκλειστικώς και μόνον ορνιθολογικών κριτηρίων, χωρίς να δύνανται, παραλλήλως, να ληφθούν υπόψη επιταγές οικονομικής φύσεως. Κατά τις ειδικότερες προβλέψεις του άρθρου 4 παρ. 1 της οδηγίας αυτής, τα κράτη - μέλη υποχρεούνται να καθιερώνουν, για τις ζώνες ειδικής προστασίας που θεσπίζουν εντός της επικράτειάς τους, αυστηρό νομικό καθεστώς που διασφαλίζει, μεταξύ άλλων, την επιβίωση και την αναπαραγωγή των πτηνών που περιλαμβάνονται στο παράρτημα I της οδηγίας αυτής και, κατά την παρ. 4 του ιδίου άρθρου, “τα κράτη μέλη υιοθετούν κατάλληλα μέτρα για να αποφεύγουν, στις ζώνες προστασίας ..., τη ρύπανση ή την υποβάθμιση των οικοτόπων, καθώς και τις επιζήμιες για τα πτηνά διαταράξεις, όταν αυτές έχουν σημαντικές συνέπειες σε σχέση με τους αντικειμενικούς στόχους του παρόντος άρθρου”. Σύμφωνα με το άρθρο 5 της οδηγίας 2009/147, τα κράτη μέλη οφείλουν να υιοθετήσουν όλα τα αναγκαία μέτρα προστασίας των προαναφερθέντων ειδών, απαγορευομένης “της εκ προθέσεως καταστροφής ή βλάβης των φωλιών” και “της σκόπιμης ενόχλησης των πτηνών, ιδιαίτερα κατά την περίοδο αναπαραγωγής και εξαρτήσεως, όταν αυτή έχει σημαντικές συνέπειες σε σχέση με τους αντικειμενικούς σκοπούς της παρούσας οδηγίας”. Επομένως, από τις δύο αυτές οδηγίες (92/43/ΕΟΚ και 2009/147/ΕΚ), δεν απορρέει απόλυτη απαγόρευση εγκατάστασης αιολικών σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας εντός ή πλησίον ζωνών ειδικής προστασίας της ορνιθοπανίδας (ΖΕΠ) και περιοχών εντεταγμένων στο δίκτυο Natura 2000, προς τον κανόνα δε αυτό του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης συμπλέει και το άρθρο 8 παρ. 2 του προμνημονευομένου ν. 3851/2010 (βλ. ανωτέρω, σκέψη 12), ενώ το ζήτημα του επιτρεπτού της αδειοδότησής τους σε τέτοιες περιοχές εξετάζεται κατά περίπτωση, μετά από εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων του κάθε συγκεκριμένου έργου. Εντός του πλαισίου αυτού, αιολικά πάρκα που είναι δυνατόν να επηρεάζουν σημαντικά περιοχές εντεταγμένες στο δίκτυο Natura 2000 πρέπει να υπόκεινται σε δέουσα εκτίμηση των περιβαλλοντικών τους επιπτώσεων, η οποία προϋποθέτει ότι έχουν προσδιορισθεί, λαμβανομένων υπόψη των βέλτιστων επιστημονικών γνώσεων, όλες οι πτυχές του σχεδίου ή του έργου που θα μπορούσαν να επηρεάσουν, είτε αυτοτελώς είτε σε συνδυασμό με άλλα σχέδια ή έργα, τους στόχους διατήρησης του τόπου αυτού, η δε Διοίκηση μπορεί να επιτρέψει την άσκηση της δραστηριότητας, μόνον εφόσον είναι βέβαιη ότι δεν τίθεται σε διακινδύνευση η ακεραιότητα του προστατευόμενου τόπου. Τα ίδια ορίζονται στο άρθρο 5 παρ. 3.2 της ΚΥΑ Η.Π. 37338/1807/Ε.103/1.9.2010 (“Καθορισμός μέτρων και διαδικασιών για τη διατήρηση της άγριας ορνιθοπανίδας και των οικοτόπων/ ενδιαιτημάτων της, σε συμμόρφωση με τις διατάξεις της Οδηγίας 79/409/ΕΟΚ, "Περί διατηρήσεως των άγριων πτηνών", του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 2ας Απριλίου 1979, όπως κωδικοποιήθηκε με την οδηγία 2009/147/ΕΚ”, Β΄ 1495, όπως η εν λόγω ΚΥΑ τροποποιήθηκε με την ΗΠ 8353/276/Ε103/17.2.2012, Β΄ 415), σύμφωνα με το οποίο “Για κάθε έργο ή δραστηριότητα για το οποίο προβλέπεται η έγκριση περιβαλλοντικών όρων, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 3 και 4 Ν. 1650/86, όπως ισχύουν, η εκτίμηση των επιπτώσεων στη ΖΕΠ γίνεται κατά την διαδικασία προκαταρκτικής εκτίμησης και αξιολόγησης και έγκρισης περιβαλλοντικών όρων του έργου ή δραστηριότητας, κατά τις κείμενες διατάξεις, συνεκτιμώντας τα σχετικά ορνιθολογικά στοιχεία τα οποία υποχρεωτικά οφείλει να υποβάλει ο ενδιαφερόμενος. Βάσει των συμπερασμάτων της εκτίμησης των επιπτώσεων στην ΖΕΠ η αρμόδια αρχή συμφωνεί για την πραγματοποίηση του έργου ή της δραστηριότητας μόνον εφόσον δεν επέρχονται σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις στην οικολογική ισορροπία και στην ακεραιότητα της ΖΕΠ” (ΣτΕ 2418-19/2019 σκ. 17, 2306/2016).

 

18. Επειδή, προβάλλεται ότι η προσβαλλόμενη πράξη είναι μη νόμιμη και ακυρωτέα, διότι το Ειδικό Πλαίσιο των ΑΠΕ, στο οποίο στηρίχθηκε η έκδοσή της, θεσπίστηκε μη εγκύρως κατά παράβαση διατάξεων των Οδηγιών 92/43/ΕΟΚ (EEL 206) και 2001/42/ΕΚ (EEL 197). Προβάλλεται, ειδικότερα, ότι το Ειδικό Πλαίσιο εκδόθηκε κατά παράβαση των άρθρων 2α, 3 παρ. 1, 5 και του Παραρτήματος Ι (παρ. γ΄) της οδηγίας 2001/42/ΕΚ, καθώς και των άρθρων 6 (παρ. 3) και 7 της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ. Τούτο, διότι, κατά τα προβαλλόμενα, η στρατηγική μελέτη, στην οποία στηρίχθηκε το ανωτέρω Ειδικό Πλαίσιο, καταρτίστηκε βάσει του άρθρου 3 παρ. 2(α) -σχέδια που καθορίζουν το πλαίσιο για άδειες έργων σε ορισμένους τομείς, γενικώς- και όχι βάσει του άρθρου 3 παρ. 2(β) -σχέδια που απαιτούν εκτίμηση περιβαλλοντικών επιπτώσεων βάσει της οδηγίας για τη διατήρηση των φυσικών οικοτόπων κ.λπ.- της οδηγίας 2001/42/ΕΚ, όπως σημειώνει και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην 2014/4073/10.7.2014 επιστολή της προς τις ελληνικές αρχές, κατά δε τους αιτούντες, με τον τρόπο αυτό το παραπάνω χωροταξικό σχέδιο παραβιάζει τα άρθρα 6 (παρ. 3) και 7 της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ (απόφαση C-177/11, από 21.6.2012 του ΔΕΕ), αφού δεν διερευνήθηκε και δεν εξετάσθηκε αν μπορεί το Ειδικό Πλαίσιο να επηρεάσει κατά τρόπο σημαντικό τις περιοχές NATURA. Προβάλλεται ακόμη ότι το εν λόγω Ειδικό Πλαίσιο εκδόθηκε κατά παράβαση του άρθρου 6 (παρ. 3) της ίδιας οδηγίας 92/43/ΕΟΚ (“για τη διατήρηση των φυσικών οικοτόπων καθώς και της άγριας πανίδας και χλωρίδας”) και για το λόγο ότι αυτό δεν υποβλήθηκε, όπως θα έπρεπε, σε «δέουσα διαδικασία εκτίμησης» των σωρευτικών επιπτώσεων, προδήλως με άλλα σχέδια ή έργα, στις περιοχές αυτές, με αποτέλεσμα να μην έχει εξακριβωθεί ότι η εφαρμογή του δεν θα παραβλάψει την ακεραιότητα των οικείων περιοχών NATURA 2000, η ανωτέρω δε πλημμέλεια, κατά τους αιτούντες, συνομολογείται από τη Διοίκηση στην 45979/1590/Ε/104/21.9.2012 απάντησή της προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Προβάλλεται, τέλος, ότι το Ειδικό Πλαίσιο, στο οποίο στηρίχθηκε η προσβαλλόμενη πράξη, δεν αναφέρει, κατά παράβαση του άρθρου 5 παρ. 1 και του Παραρτήματος Ι της Οδηγίας 2001/42/ΕΚ, τα περιβαλλοντικά χαρακτηριστικά των περιοχών NATURA 2000 για τα οποία οι επιπτώσεις εγκατάστασης των ΑΠΕ είναι σημαντικές (Παράρτημα Ι περ. γ΄), δεν καταγράφει τυχόν υφιστάμενα περιβαλλοντικά προβλήματα που αφορούν περιοχές ιδιαίτερης περιβαλλοντικής σημασίας (όλες τις ως άνω περιοχές, Παράρτημα Ι περ. δ΄), δεν αναλύει τις ενδεχόμενες σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον, θετικές και αρνητικές, από την εγκατάσταση των ΑΠΕ (Παράρτημα Ι περ. στ΄), λόγω δε των προηγούμενων ελλείψεων δεν ήταν δυνατόν εξ αντικειμένου να εξεταστούν μέτρα για την πρόληψη και εξουδετέρωση των δυσμενών επιπτώσεων (Παράρτημα Ι περ. ζ΄).

 

19. Επειδή, από τις διατάξεις των κοινοτικών οδηγιών 92/43/ΕΟΚ και 79/409/ΕΟΚ (ήδη 2009/147/ΕΚ) δεν απορρέει, κατ’ αρχήν, κατά τα εκτιθέμενα στη δέκατη έβδομη σκέψη, απόλυτη απαγόρευση για την εγκατάσταση αιολικών σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας εντός ή πλησίον περιοχών του δικτύου Natura 2000 και ΖΕΠ, δεν αποκλείεται δε και, μάλιστα εκ προοιμίου, ο χαρακτηρισμός των περιοχών αυτών ως περιοχών αιολικής προτεραιότητας, αν τούτο δικαιολογείται από το διαθέσιμο σε αυτές αιολικό δυναμικό. Εξάλλου, στη στρατηγική μελέτη του Ειδικού Πλαισίου των ΑΠΕ προσδιορίζονται οι επιπτώσεις των ρυθμίσεων για τη χωροθέτηση των αιολικών πάρκων στην ορνιθοπανίδα, η δε σχετική αξιολόγηση της μελέτης καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η χωροθέτηση αιολικών πάρκων εντός ΖΕΠ και Σημαντικών Περιοχών για τα Πουλιά είναι καταρχήν δυνατή, μετά από λεπτομερή μελέτη των ζητημάτων της ορνιθοπανίδας στο στάδιο των περιβαλλοντικών μελετών των συγκεκριμένων έργων, προκειμένου να προληφθούν οι αρνητικές επιπτώσεις τους (πρβλ. ΣτΕ 1358/2018 σκ. 17, 47/2018, 1422/2013). Η εκπονηθείσα στρατηγική μελέτη περιλαμβάνει, ειδικότερα, συνολική προσέγγιση της περιβαλλοντικής διάστασης του χωροταξικού σχεδιασμού των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, στηριζόμενη, μεταξύ άλλων, και στα επιστημονικά δεδομένα της υποστηρικτικής μελέτης, η οποία καλύπτει όλες τις βασικές παραμέτρους για την αξιολόγηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων που ενδέχεται να προκύψουν κατά την εφαρμογή του εν λόγω σχεδιασμού και την ενσωμάτωση σε αυτόν των κατευθύνσεων και των μέτρων που συμβάλλουν στην εξάλειψη ή τον περιορισμό τους. Στη μελέτη γίνεται μνεία των σκοπών δημοσίου συμφέροντος, που εξυπηρετούνται με την προώθηση της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας με χρήση ανανεώσιμων πηγών, καθώς και των διεθνών δεσμεύσεων της χώρας για τη μείωση των εκπομπών των αερίων του θερμοκηπίου (βλ. και αμέσως προαναφερόμενη Οδηγία 2018/2001/ΕΕ, η συμμόρφωση προς την οποία είναι υποχρεωτική). Κατόπιν δε εξετάσεως εναλλακτικών λύσεων, επιλέγεται, κατά τη στρατηγική μελέτη, ως βέλτιστος μηχανισμός σχεδιασμού της ανάπτυξης των εγκαταστάσεων παραγωγής από ΑΠΕ το σύστημα της χωροθέτησης μέσω συγκεκριμένων κριτηρίων καθορισμένων σε εθνικό επίπεδο και προσαρμοσμένων στις ιδιαιτερότητες των περιοχών υποδοχής, καταλειπομένης της λεπτομερέστερης αντιμετώπισης των επιπτώσεων από κάθε μεμονωμένο έργο στο στάδιο της εγκρίσεως των περιβαλλοντικών όρων. Εντός του πλαισίου αυτού, η διαμόρφωση του ειδικότερου περιεχομένου των κανόνων χωροθέτησης κάθε κατηγορίας ανανεώσιμων πηγών γίνεται, κατά τη ΣΜΠΕ, κατόπιν συνεκτιμήσεως του αναμενόμενου ποσοστού συμμετοχής τους στο μείγμα ενεργειακής παραγωγής, της ύπαρξης εκμεταλλεύσιμου ενεργειακού δυναμικού, το οποίο, κατ’ αυτόν τον τρόπο, ανάγεται σε κριτήριο ιδιαίτερης βαρύτητας της φέρουσας ικανότητας των περιοχών υποδοχής, καθώς και της ανάγκης για αρμονική ένταξη των οικείων έργων στο φυσικό και ανθρωπογενές περιβάλλον. Κατ’ αποδοχήν δε των πορισμάτων και των συναφών προτάσεων της υποστηρικτικής μελέτης, υιοθετήθηκαν κριτήρια που αφορούσαν τον καθορισμό ζωνών αποκλεισμού και ασυμβατότητας, τον προσδιορισμό της φέρουσας ικανότητας των περιοχών υποδοχής, την τήρηση ελαχίστων αποστάσεων από ευαίσθητες περιοχές και την συμμόρφωση προς όρους προστασίας του τοπίου. Κατ’ εκτίμηση, εξάλλου, του γεγονότος ότι το υπό εκπόνηση χωροταξικό σχέδιο αναφερόταν σε στρατηγικό σχεδιασμό εθνικού επιπέδου, η περιγραφή της υφιστάμενης κατάστασης του περιβάλλοντος έγινε σε εθνικό επίπεδο και με χρήση σαράντα τεσσάρων περιβαλλοντικών δεικτών αειφορίας και σχετικών πληροφοριών από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Περιβάλλοντος, αλλά και μέσω αναλυτικής παρουσίασης των περιοχών που τελούν υπό ειδικό καθεστώς προστασίας και των σημαντικών περιβαλλοντικών χαρακτηριστικών των λοιπών περιοχών της ελληνικής επικράτειας. Εξάλλου, η αναγκαιότητα λήψης μέτρων προστασίας του περιβάλλοντος κατά το στάδιο του στρατηγικού σχεδιασμού εξετάσθηκε με βασικό κριτήριο το ζήτημα αν η επίπτωση αντιμετωπίζεται αποτελεσματικά με τη λήψη μέτρων στο στάδιο του χωροταξικού σχεδιασμού ή σε χρονικώς μεταγενέστερα στάδια του σχεδιασμού και της υλοποίησης των μεμονωμένων έργων. Η επιλογή του κριτηρίου αυτού στηρίχθηκε στην αντίληψη ότι ο βαθμός, στον οποίο θα εξαντληθούν οι ρυθμίσεις του πλαισίου, εξαρτάται από την ακριβή χωροθέτηση των εγκαταστάσεων, η οποία πραγματοποιείται στο μεταγενέστερο στάδιο της έγκρισης περιβαλλοντικών όρων, κατά το οποίο τίθενται και τα κατάλληλα μέτρα προστασίας του περιβάλλοντος σε επίπεδο μεμονωμένης εγκατάστασης. Αντιθέτως, κατά το στρατηγικό στάδιο του σχεδιασμού, τα χαρακτηριστικά της χωροθέτησης ανά κατηγορία ανανεώσιμων πηγών ενέργειας κρίθηκε ότι έπρεπε να καθοριστούν κατά γενικό τρόπο, με αποτέλεσμα μόνον τα οργανωμένα σύνολα έργων ως προς το σφαιρικό τους περιβαλλοντικό αποτύπωμα να μπορούν να εξετασθούν επαρκώς. Κατ’ εφαρμογήν της μεθόδου αυτής προσδιορίστηκαν, εν συνεχεία, οι επιπτώσεις που ενδέχεται να προκληθούν από την εφαρμογή του πλαισίου σε συγκεκριμένες περιβαλλοντικές παραμέτρους (βιοποικιλότητα, πανίδα, χλωρίδα, έδαφος και τοπίο) και αξιολογήθηκαν η ένταση, η έκταση και η δυνατότητα πρόληψης ή περιορισμού των επιπτώσεων, προτάθηκαν δε και τα κατάλληλα για την αντιμετώπισή τους μέτρα, τα οποία ενσωματώθηκαν στο προσχέδιο της κανονιστικής απόφασης. Υπό το προεκτεθέν περιεχόμενο, η στρατηγική μελέτη πληρούσε, καταρχήν, τις ελάχιστες απαιτήσεις των οικείων παραρτημάτων των οδηγιών 92/43/ΕΟΚ και 2001/42/ΕΚ, δεδομένου ότι περιέγραψε και αξιολόγησε τις αναμενόμενες επιπτώσεις από την εφαρμογή του σχεδίου και εξέτασε επαρκώς εναλλακτικές δυνατότητες ως προς την εν γένει διάρθρωση του σχεδίου και την ειδικότερη διαμόρφωση του κανονιστικού περιεχομένου των επιμέρους κριτηρίων χωροθέτησης μετά από εκτίμηση των στόχων της εθνικής ενεργειακής πολιτικής, του γεωγραφικού πεδίου εφαρμογής του, της φύσης και του επιπέδου του σχεδιασμού που διενεργείται με το σχέδιο, καθώς και του βαθμού στον οποίο οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις δύνανται να αξιολογηθούν κατά τον βέλτιστο δυνατό τρόπο στα διάφορα προβλεπόμενα εκ του νόμου στάδια σχεδιασμού (ΣτΕ 1421/2013 επταμ., σκ. 13, 4189-4192/2014 επταμ., σκ. 11, 4193/2014 επταμ., σκ. 12). Περαιτέρω, όπως προκύπτει από το προοίμιο του Ειδικού Πλαισίου, προκειμένου αυτό να εγκριθεί, ελήφθησαν υπόψη σειρά μελετών (από 15.1.2007 μελέτη του Ειδικού Πλαισίου Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης για τις ΑΠΕ, η από 13.2.2007 στρατηγική μελέτη κ.λπ.) και στοιχείων, ουσιωδών και περιβαλλοντικώς κρισίμων, τα οποία, όπως έχει, άλλωστε, κατ’ επανάληψη (βλ. αμέσως ανωτέρω) κριθεί, καθιστούν επαρκή, κατ’ αρχήν, την απαιτουμένη εκτίμηση των επιπτώσεων του σχεδίου στο φυσικό περιβάλλον, η οποία απέληξε, αφενός στην απαγόρευση εγκατάστασης αιολικών σταθμών σε ορισμένες προστατευόμενες περιοχές, όπως είναι οι οικότοποι προτεραιότητας που έχουν ενταχθεί ως τόποι κοινοτικής σημασίας στο δίκτυο Natura 2000 σύμφωνα με την απόφαση 2006/613/ΕΚ της Επιτροπής, οι περιοχές απολύτου προστασίας της φύσης και προστασίας της φύσης κατά τα άρθρα 19 (παρ. 1 και 2) και 21 του ν. 1650/1986, οι υγρότοποι Ραμσάρ, οι πυρήνες των εθνικών δρυμών και των κηρυγμένων μνημείων της φύσης και των αισθητικών δασών και, αφετέρου, όμως, στην πρόβλεψη ότι στις λοιπές, πλην των ανωτέρω, προστατευόμενες περιοχές του δικτύου Natura 2000, μπορεί, κατά κανόνα, να εγκατασταθούν αιολικοί σταθμοί, αφού, όμως, προηγουμένως διαπιστωθεί, με βάση ειδικά περιβαλλοντικά κριτήρια και σύμφωνα με τους όρους των σχετικών κοινοτικών οδηγιών, ήτοι τους όρους των οδηγιών 92/43/ΕΟΚ και 2009/147/ΕΚ, ιδίως δε με την εκπόνηση ειδικής ορνιθολογικής μελέτης και, μετέπειτα, ειδικής οικολογικής αξιολόγησης και κατά τους ειδικότερους όρους που θέτει η οικεία ΑΕΠΟ του έργου, ότι οι τόποι αυτοί δεν θίγονται ή δεν απειλούνται ουσιωδώς ως προς την ακεραιότητά τους. Ενόψει δε της ρητής και απόλυτης απαγόρευσης της εγκατάστασης αιολικών σταθμών στις προαναφερόμενες κατηγορίες ευαίσθητων περιοχών, δεν ήταν αναγκαία η καταγραφή στο Ειδικό Πλαίσιο υφιστάμενων, τυχόν, περιβαλλοντικών προβλημάτων. Συνεπώς, οι ως άνω λόγοι ακυρώσεως, με τους οποίους αμφισβητείται η συμβατότητα του Ειδικού Πλαισίου των ΑΠΕ προς το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος στο σύνολό του.

 

20. Επειδή, με την αίτηση προβάλλεται ότι στη μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων, βάσει της οποίας εγκρίθηκαν οι προσβαλλόμενοι περιβαλλοντικοί όροι, δεν προβλέπονται ειδικά μέτρα προστασίας των περιοχών του δικτύου Natura 2000, εντός των οποίων χωροθετούνται τμήματα του επίδικου έργου στις νήσους Άνδρο και Νάξο, τούτο δε συνιστά, κατά τα προβαλλόμενα, παράβαση των διατάξεων των άρθρων 5 του ν. 3937/2011 και 11 της ΚΥΑ 104247/2006. Όπως, όμως, προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, στο πλαίσιο της συνολικής ΜΠΕ του έργου εκπονήθηκαν επιμέρους ειδικές ορνιθολογικές μελέτες για το καθένα από τα τέσσερα νησιά, στα οποία εκτείνεται το όλο έργο, προκειμένου, σύμφωνα με τη μελέτη, να διασφαλιστεί σε μέγιστο βαθμό η συμβατότητα του επίδικου έργου με τους στόχους διατήρησης του φυσικού περιβάλλοντος της ευρύτερης περιοχής. Περαιτέρω, η ΜΠΕ αποτέλεσε αντικείμενο ευρείας διαβούλευσης, κατά την οποία διατυπώθηκαν παρατηρήσεις και αντιρρήσεις από πολλούς φορείς, μεταξύ άλλων και ως προς το κρίσιμο εν προκειμένω ζήτημα της προστασίας της ορνιθοπανίδας των επιμέρους περιοχών, οι παρατηρήσεις δε αυτές οδήγησαν σε ουσιώδεις τροποποιήσεις των χαρακτηριστικών του έργου, όπως αυτό αδειοδοτήθηκε τελικώς. Όπως, ειδικότερα, προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, κατά την προηγηθείσα της προσβαλλόμενης ΑΕΠΟ γνωμοδοτική διαδικασία εκδόθηκε, μεταξύ άλλων, το ανωτέρω μνημονευόμενο (βλ. έβδομη σκέψη) 56576/2112/11.10.2013 έγγραφο της Διεύθυνσης Περιβαλλοντικού Σχεδιασμού του (τότε) ΥΠΕΚΑ, με το οποίο αξιολογήθηκαν αναλυτικά οι επιπτώσεις του έργου σε τέσσερις (4) περιοχές του δικτύου Natura 2000 [«Άνδρος: Όρμος Βιτάλι και κεντρικός ορεινός όγκος» (ΤΚΣ GR4220001), «Άνδρος: Κεντρικό και Νότιο Τμήμα, γύρω νησίδες και παράκτια θαλάσσια ζώνη» (ΖΕΠ GR4220028), «Κεντρική & Νότια Νάξος: Ζευς & Βίγλα έως Μαυροβούνι και θαλάσσια ζώνη (Όρμος Καράδες – Όρμος Μουτσούνας)» (ΤΚΣ GR4220014) και «Νάξος: Όρη Αναθεματήστρα, Κόρωνος, Μαυροβούνι, Ζευς, Βιγλατούρι» (ΖΕΠ GR4220026)], η αξιολόγηση δε αυτή οδήγησε την εν λόγω περιβαλλοντική αρχή σε θετική, καταρχήν, γνωμοδότηση επί της ΜΠΕ του έργου. Επειδή, όμως, με το ως άνω έγγραφο της Διεύθυνσης Περιβαλλοντικού Σχεδιασμού διατυπώθηκαν προτάσεις για την αποτελεσματικότερη διαχείριση και προστασία της ορνιθοπανίδας ειδικώς ως προς τη ΖΕΠ «Άνδρος: Κεντρικό και Νότιο Τμήμα, γύρω νησίδες και παράκτια θαλάσσια ζώνη» (GR4220028), το Διαχειριστικό Σχέδιο της οποίας βρισκόταν υπό εκπόνηση, και οι προτάσεις αυτές επικεντρώθηκαν στη μη αδειοδότηση του Α/Π «Πέταλο» και μέρους των Α/Γ (1-23) του Α/Π «Γκοράκι», η αδειοδοτούσα αρχή, με την προσβαλλόμενη ΑΕΠΟ εξήρεσε πράγματι από την έγκριση το Α/Π “Πέταλο” και τις αμφισβητηθείσες είκοσι τρεις Α/Γ του Α/Π “Γκοράκι”. Με τον τρόπο αυτό οι προτάσεις αυτές υιοθετήθηκαν πλήρως με την προσβαλλόμενη ΑΕΠΟ. Αλλά και επιμέρους προτάσεις που διατυπώθηκαν κατά τη διαβούλευση έγιναν δεκτές με την προσβαλλόμενη ΑΕΠΟ. Ενδεικτικώς, η πρόταση για εγκατάσταση στο τμήμα των Α/Γ 7-12 του Α/Π “Δίστομο” στη Νάξο αυτοματοποιημένου συστήματος RADAR (συσκευές εντοπισμού πτηνών, ενεργοποίηση ηχητικών σημάτων προς απομάκρυνση των πτηνών και αποφυγή πρόσκρουσης, προσωρινή διακοπή λειτουργίας της ανεμογεννήτριας) υιοθετήθηκε πλήρως με την προσβαλλόμενη ΑΕΠΟ, η οποία διέλαβε σχετικώς τον περιβαλλοντικό όρο 46 με το ως άνω περιεχόμενο. Στην προσβαλλόμενη ΑΕΠΟ προβλέπεται, επιπλέον, σε συμφωνία με τις υποδείξεις της Διεύθυνσης Περιβαλλοντικού Σχεδιασμού του ΥΠΕΚΑ, να γίνει χρήση συνεστραµµένων καλωδίων, που είναι ασφαλέστερα για την ορνιθοπανίδα, στα εναέρια τµήµατα της γραµµής µεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας, τα οποία θα τοποθετηθούν στα σηµεία που δεν προβλέπεται ή είναι τεχνικά αδύνατη η υπογειοποίηση της γραμμής (όρος 47). Προβλέπεται ακόμη η πραγματοποίηση των εργασιών κατασκευής του έργου εκτός της αναπαραγωγικής περιόδου των σηµαντικών αναπαραγόµενων ειδών της περιοχής (µέσα Μαρτίου - µέσα Ιουνίου) [όρος 45], καθώς και η διενέργεια τακτικού ελέγχου στους χώρους των αιολικών πάρκων για την αποµάκρυνση τυχόν νεκρών ζώων, η παρουσία των οποίων θα µπορούσε να προσελκύσει πτωµατοφάγα αρπακτικά πτηνά (ΦΑΣΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ – όρος 12). Κατά συνέπεια, η προσβαλλόμενη ΑΕΠΟ αποτελεί προϊόν επαρκούς αξιολόγησης των επιπτώσεων από την κατασκευή και λειτουργία του έργου στις περιβαλλοντικά ευαίσθητες περιοχές του δικτύου Natura, τα δε περί του αντιθέτου προβαλλόμενα είναι απορριπτέα ως αβάσιμα. Εφόσον, τέλος, ο λόγος ακυρώσεως έχει την έννοια ότι δεν ήταν εν προκειμένω επιτρεπτή η χωροθέτηση των επίμαχων αιολικών σταθμών πριν από τη λήψη, σε ανύποπτο χρόνο και κατά τρόπο ασύνδετο προς ορισμένο έργο, των θετικών μέτρων που προβλέπονται από το άρθρο 6 παρ. 1 και 2 της οδηγίας 92/43/ΕΚ για την προστασία και ανάδειξή του, αυτός είναι και πάλι αβάσιμος, διότι για την εκτίμηση των επιπτώσεων συγκεκριμένου έργου στο περιβάλλον και, ειδικότερα, στον προστατευτέο τόπο, δεν απαιτείται να έχουν προηγουμένως τα μέτρα αυτά ληφθεί γενικώς σε κανονιστικό επίπεδο, αλλά αρκεί να διαπιστωθεί ότι το συγκεκριμένο έργο δεν πρόκειται να έχει δυσμενείς επιπτώσεις στον τόπο αυτό (πρβλ. ΔΕΚ απόφαση της 7.9.2004, C-127/02, Waddenvereniging Vogelbeschermings κατά Staatssecretaris, σκ. 32-38, ΣτΕ 1705/2017 Ολομ., σκέψη 27).

 

21. Επειδή, στο άρθρο 19 του ν. 1650/1986 (Α΄ 160), όπως το άρθρο αυτό ίσχυε, κατά τον κρίσιμο εν προκειμένω χρόνο, μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 5 του ν. 3937/2011 (Α΄ 60), οριζόταν ότι: “1. ... 2. ... 4. α) Ως περιοχές προστασίας οικοτόπων και ειδών (Habitat /species management areas) χαρακτηρίζονται εκτάσεις χερσαίες, υγροτοπικές ή θαλάσσιες που υπόκεινται σε διαχείριση για τη διασφάλιση ικανοποιητικής κατάστασης διατήρησης των προστατευτέων οικοτόπων και ειδών. β) Διακρίνονται σε Ε. Ζ. Δ. [Ειδικές Ζώνες Διατήρησης], Ζ. Ε. Π. [Ζώνες Ειδικής Προστασίας, ειδικώς ως προς την ορνιθοπανίδα] και Καταφύγια Άγριας Ζωής (Κ.Α.Ζ.). 4.1 ... 4.3 Καταφύγια Άγριας Ζωής (Wildlife refuges) α) Ως καταφύγια άγριας ζωής χαρακτηρίζονται φυσικές περιοχές (χερσαίες, υγροτοπικές ή θαλάσσιες), που έχουν ιδιαίτερη σημασία ως σημαντικοί τόποι ανάπτυξης της άγριας χλωρίδας ή ως βιότοποι αναπαραγωγής, διατροφής, διαχείμασης ειδών της άγριας πανίδας, ή ως περιοχές αναπαραγωγής ψαριών και συγκέντρωσης γόνου, ή, τέλος, ως σημαντικοί θαλάσσιοι οικότοποι. Ως καταφύγια άγριας ζωής μπορούν να χαρακτηρίζονται και οι οικολογικοί διάδρομοι μεταξύ άλλων κατηγοριών προστατευόμενων περιοχών των παραγράφων 1, 2, 3, 4 και 5. β) Μέσα στα καταφύγια άγριας ζωής απαγορεύονται η θήρα ... β) Μέσα στα καταφύγια άγριας ζωής … [η] εκτέλεση λατομικών και μεταλλευτικών δραστηριοτήτων όπως και δρόμων επιτρέπεται, εάν έχει υποβληθεί μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων τύπου Α και έχει χορηγηθεί έγκριση περιβαλλοντικών όρων ... 8. Στις περιοχές: (α) των παραγράφων 3, 4, 5 και 6, με την εξαίρεση τμημάτων τους που αποτελούν περιοχές των παραγράφων 1 και 2, υγροτόπων διεθνούς σημασίας (υγρότοποι RAMSAR) και οικοτόπων προτεραιότητας περιοχών της Επικράτειας που έχουν ενταχθεί στο δίκτυο Natura 2000, σύμφωνα με την απόφαση 2006/613/ΕΚ της Επιτροπής, καθώς και (β) στις γειτονικές εκτάσεις της παραγράφου 4 του άρθρου 18, επιτρέπεται η εγκατάσταση σταθμών από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας ως μέσο για την προστασία του κλίματος, εφόσον με τους όρους και τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στα πλαίσια της έγκρισης περιβαλλοντικών όρων του σταθμού, διασφαλίζεται η διατήρηση του προστατευτέου αντικειμένου της περιοχής”.

 

22. Επειδή, από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτει ότι με την 172297/2397/27.6.1985 απόφαση του Υπουργού Γεωργίας (Β΄ 435) ιδρύθηκε μόνιμο καταφύγιο θηραμάτων [μετέπειτα - άρθρο 57 του ν. 2637/1998 (Α΄ 200), όπως ίσχυε πριν την κατάργησή του με το άρθρο 22 παρ. 1 του ν. 3937/2011 – καταφύγιο άγριας ζωής (ΚΑΖ)] και απαγορεύτηκε για αόριστο χρόνο η θήρα κάθε θηράματος στη θέση “ΑΓΙΟΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ – ΛΑΓΚΑΔΑ” στην Πάρο, σε έκταση 5.000 περίπου στρεμμάτων. Εξάλλου, στο Κεφάλαιο 9 της ΜΠΕ του επίμαχου έργου που αφορά τη νήσο Πάρο, και ειδικότερα στο στοιχείο 9.2.5, παρουσιάζονται τα Καταφύγια Άγριας Ζωής (ΚΑΖ) που βρίσκονται στην ευρύτερη περιοχή μελέτης, μεταξύ δε αυτών και το ανωτέρω ΚΑΖ με κωδικό αριθμό 492. Περαιτέρω, στο Παράρτημα V της ΜΠΕ περιλαμβάνεται “Χάρτης Βλάστησης και Οικολογικά Ευαίσθητων – Προστατευόμενων Περιοχών Περιοχής Μελέτης Υποέργου Πάρου (Υποέργο 3)” (Αρ. Σχεδίου ΜΠΕ – ΠΑΡ – 7.3), από τον οποίο προκύπτει ότι οι Α/Γ 1 και 2 του Α/Π “Στρούμπουλας” βρίσκονται εντός των ορίων του εν λόγω ΚΑΖ. Στο ως άνω Κεφάλαιο 9 (9.3.3. Επιπτώσεις στο Φυσικό Περιβάλλον) και στο Παράρτημα IX (Ειδική Ορνιθολογική Μελέτη στη Νήσο Πάρο) της ΜΠΕ καταγράφονται λεπτομερώς τα είδη πανίδας (θηλαστικά, ερπετά, αμφίβια και ασπόνδυλα – Πίνακας 4.2-1 της Ειδικής Ορνιθολογικής Μελέτης) και ορνιθοπανίδας που διαβιούν στην περιοχή και αξιολογούνται οι επιπτώσεις σε αυτά από την κατασκευή και λειτουργία του έργου. Ειδικά ως προς τα είδη πανίδας, πλην της ορνιθοπανίδας (Κεφάλαιο 5.4 της Ειδικής Ορνιθολογικής Μελέτης), εκτιμάται ότι οι επιπτώσεις δεν θα είναι σημαντικές, και συγκεκριμένα, θα είναι μικρής κλίμακας, τοπικού χαρακτήρα και θα αφορούν αποκλειστικά τη φάση κατασκευής του έργου (προσωρινή διατάραξη ενδιαιτημάτων ερπετών και θηλαστικών). Υπό τα δεδομένα αυτά, η αξιολόγηση των επιπτώσεων στο προστατευτέο αντικείμενο της περιοχής είναι επαρκής, και από την άποψη του ν. 3937/2011, τα δε περί του αντιθέτου προβαλλόμενα είναι απορριπτέα ως αβάσιμα.

 

23. Επειδή, με την 37338/1807/Ε.103/1.9.2010 κοινή υπουργική απόφαση επιχειρήθηκε ο «Καθορισμός μέτρων και διαδικασιών για τη διατήρηση της άγριας ορνιθοπανίδας και των οικοτόπων/ενδιαιτημάτων της, σε συμμόρφωση με τις διατάξεις της Οδηγίας 79/409/ΕΟΚ, "Περί διατηρήσεως των άγριων πτηνών", του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 2ας Απριλίου 1979, όπως κωδικοποιήθηκε με την οδηγία 2009/147/ΕΚ» (Β΄ 1495). Υπό το κράτος ισχύος της εν λόγω κανονιστικής απόφασης υποβλήθηκαν στις 28.6.2011 προς έγκριση από τη Διοίκηση η μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων και οι επιμέρους ειδικές ορνιθολογικές μελέτες του επίμαχου έργου, οι οποίες τέθηκαν σε διαβούλευση, αξιολογήθηκαν και εγκρίθηκαν με ουσιώδεις τροποποιήσεις (βλ. παραπάνω, σκέψη εικοστή) διεπόμενες, ως προς το ουσιαστικό περιεχόμενό τους, από τις περί περιβαλλοντικής αδειοδοτήσεως διατάξεις του ν. 1650/1986, όπως αυτές είχαν τροποποιηθεί με το ν. 3010/2002, και όχι από τις αντιστοίχου περιεχομένου διατάξεις του ν. 4014/2011, οι οποίες, κατά το χρόνο εκείνο, δεν είχαν τεθεί σε ουσιαστική ισχύ (βλ. παραπάνω, σκέψη όγδοη). Στη συνέχεια, και ενώ η διαβούλευση και η γνωμοδοτική διαδικασία επί των μελετών -περιβαλλοντικών επιπτώσεων και ειδικών ορνιθολογικών- είχαν ξεκινήσει, εκδόθηκε η Η.Π.8353/276/ Ε103/17.2.2012 νεότερη υπουργική απόφαση (Β΄ 415), η οποία τροποποίησε και συμπλήρωσε την προηγηθείσα και εφαρμοσθείσα εν προκειμένω υπουργική απόφαση του έτους 2010. Με τη νεότερη αυτή απόφαση εισήχθησαν ειδικές ρυθμίσεις για την εγκατάσταση αιολικών σταθμών εντός Ζωνών Ειδικής Προστασίας, η οποία απαγορεύθηκε πλήρως σε ορισμένες από αυτές (πρβλ. και παραπάνω, σκέψη 19) και εξακολούθησε να επιτρέπεται στις υπόλοιπες (άρθρο 5Β της αρχικής υπουργικής απόφασης, όπως προστέθηκε με τη νεότερη του έτους 2012). Μεταξύ των νέων ρυθμίσεων του άρθρου 5Β, συμπεριελήφθησαν και σχετικές με τις ΖΕΠ ορισμένων “ειδών χαρακτηρισμού”, εκείνων, δηλαδή των ειδών ορνιθοπανίδας που απετέλεσαν τη βάση τεκμηρίωσης της περιοχής ως ΖΕΠ (άρθρο 2 παρ. 2 περ. γ΄ της αρχικής υπουργικής απόφασης, μη τροποποιηθείσα με αυτήν του 2012). Έτσι, στο ως άνω άρθρο 5Β παρ. 3 ορίσθηκε, μεταξύ άλλων, ότι εντός ΖΕΠ με δεκαέξι είδη χαρακτηρισμού, μεταξύ δε αυτών και τον μαυροπετρίτη (falco eleonorae), επιτρέπεται, μεν, η εγκατάσταση αιολικών σταθμών, πρέπει, όμως, να καθορίζεται περιμετρική ζώνη αποκλεισμού από φωλιές ή αποικίες του.

 

24. Επειδή, προβάλλεται ότι κατά παράβαση του άρθρου 5Β της προαναφερόμενης υπουργικής απόφασης (του έτους 2012) δεν προβλέπονται περιμετρικές ζώνες αποκλεισμού από φωλιές ή αποικίες μαυροπετρίτη στα Α/Π “Καφούτσι” και “Γκοράκι” της νήσου Άνδρου, τα οποία χωροθετούνται εντός της ΖΕΠ «Άνδρος: Κεντρικό και Νότιο Τμήμα, γύρω νησίδες και παράκτια θαλάσσια ζώνη» (GR4220028), παρότι αυτό το είδος πουλιού αποτελεί είδος χαρακτηρισμού της ΖΕΠ αυτής. Ανεξαρτήτως, όμως, του κατά πόσον θα μπορούσε να νοηθεί παράβαση της κανονιστικής απόφασης κατά την κατάρτιση των μελετών του έργου, ιδίως δε της ειδικής ορνιθολογικής για τη νήσο Άνδρο, η οποία έλαβε χώρα πριν από τη θέση σε ισχύ της υπουργικής αυτής απόφασης του 2012, πολύ περισσότερο, μάλιστα, που το επίμαχο έργο αδειοδοτείται περιβαλλοντικώς βάσει του προηγουμένου του ν. 4014/2011 καθεστώτος, εν προκειμένω, πάντως, έχουν, κατά γενικό κανόνα, ενσωματωθεί στην προσβαλλόμενη ΑΕΠΟ και περιβαλλοντικοί όροι που πληρούν τις ουσιαστικές απαιτήσεις και της υπουργικής απόφασης του έτους 2012. Πράγματι, οι προστεθέντες περιβαλλοντικοί όροι (χρήση αυτοματοποιημένου συστήματος διακοπής λειτουργίας για την αποφυγή πρόσκρουσης πουλιών, - σε άλλο, όμως, Α/Π στη νήσο Νάξο -τοποθέτηση συνεστραμμένων καλωδίων, απομάκρυνση νεκρών ζώων κ.λπ., βλ. ανωτέρω, σκέψη εικοστή) αποτελούν προϊόν εφαρμογής, προς την κατεύθυνση της ενδυνάμωσης της περιβαλλοντικής προστασίας, των ουσιαστικών απαιτήσεων της υπουργικής απόφασης του έτους 2012 (άρθρο 5Β παρ. 4 και 5). Καθόσον, τέλος, αφορά την παράλειψη καθορισμού περιμετρικών ζωνών αποκλεισμού από φωλιές και αποικίες μαυροπετρίτη, οι οποίες πράγματι δεν καθορίζονται με την προσβαλλόμενη ΑΕΠΟ, στην από Ιουνίου 2011 Ειδική Ορνιθολογική Μελέτη για τη νήσο Άνδρο (σελ. 132-135), εκτιμώνται ειδικώς οι επιπτώσεις του έργου στα είδη χαρακτηρισμού της ΖΕΠ «Άνδρος: Κεντρικό και Νότιο Τμήμα, γύρω νησίδες και παράκτια θαλάσσια ζώνη» (GR4220028), δηλαδή τον Μαυροπετρίτη και τον Θαλασσοκόρακα (Phalacrocorax aristotelis desmarestii), αν και ο τελευταίος δεν περιλαμβάνεται στον κατάλογο του ως άνω άρθρου 5Β παρ. 3 της υπουργικής απόφασης. Ειδικώς ως προς τον μαυροπετρίτη, πέραν της αναφοράς στη μελέτη ότι τα προτεινόμενα Α/Π δεν χωροθετούνται κοντά σε περιοχές κατάλληλες για τη φωλεοποίησή του (βραχώδεις εξάρσεις κατά μήκος της ακτογραμμής), με αποτέλεσμα να μην αναμένονται αξιοσημείωτες επιπτώσεις σε αυτόν, σε κάθε, πάντως, περίπτωση, μετά το έγγραφο 56576/2112/11.10.2013 της Διεύθυνσης Περιβαλλοντικού Σχεδιασμού του (τότε) ΥΠΕΚΑ, και, ενόψει των χαρακτηριστικών της συγκεκριμένης ΖΕΠ της νήσου Άνδρου, και, προδήλως, της ανάγκης προστασίας του συγκεκριμένου είδους πουλιού, εγκαταλείφθηκε η χωροθέτηση είκοσι τριών Α/Γ, εν δυνάμει απειλητικών για τα είδη χαρακτηρισμού, και η προσβαλλόμενη πράξη δεν τις συμπεριλαμβάνει, δεν αδειοδοτήθηκε δε, κατά τα προαναφερόμενα, ένα άλλο Α/Π, εντός της ίδιας ΖΕΠ, με το ίδιο πουλί ως είδος χαρακτηρισμού, ομοίως μη συμπεριλαμβανόμενο στην προσβαλλόμενη ΑΕΠΟ. Ενόψει τούτων, και ο λόγος αυτός πρέπει να απορριφθεί.

 

25. Επειδή, προβάλλεται ότι η προσβαλλόμενη εκδόθηκε κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 6 παρ. 5 και του Παραρτήματος ΙΙ του Χωροταξικού Πλαισίου για τις ΑΠΕ (βλ. παραπάνω, σκέψη 13), με τις οποίες ορίζονται ελάχιστες αποστάσεις των αιολικών εγκαταστάσεων από ορισμένες γειτνιάζουσες χρήσεις γης, δραστηριότητες και δίκτυα τεχνικής υποδομής. Ειδικότερα, κατά τα προβαλλόμενα, α) οι Α/Γ Α7-Α10 του Α/Π “Γκαγκάρη” (Υποέργο Τήνου) χωροθετούνται σε απόσταση μικρότερη των 1.500 μέτρων (Πίνακας Β΄ του Παραρτήματος ΙΙ του Χωροταξικού) από την ακτή κολύμβησης του Αγίου Ρωμανού, β) οι Α/Γ Α5-Α13 του Α/Π “Σκουμπί” (Υποέργο Άνδρου) χωροθετούνται σε απόσταση μικρότερη των 1.000 μ. από τον μη οριοθετημένο οικισμό του Άνω Γαυρίου (Πίνακας Δ΄ του Παραρτήματος ΙΙ του Χωροταξικού), γ) οι Α/Γ Α1-Α7 του Α/Π “Βουρλάς” (Υποέργο Νάξου) χωροθετούνται σε απόσταση μικρότερη των 1.000 μ. από τον μη οριοθετημένο οικισμό του Αγίου Θαλλελαίου, δ) οι Α/Γ Α7-Α10 του Α/Π “Φωλιά” (Υποέργο Τήνου) χωροθετούνται σε απόσταση μικρότερη των 1.000 μ. από (τον μη οριοθετημένο οικισμό του Μαμάδου, ε) οι Α/Γ Α8-Α14 του Α/Π “Βουρλάς” Υποέργο Νάξου) χωροθετούνται σε απόσταση μικρότερη των 1.500 μ. από τον οριοθετημένο οικισμό του Κουρουνοχωρίου, στ) οι Α/Γ Α9-Α12 του Α/Π “Γούρλες” (Υποέργο Πάρου) χωροθετούνται σε απόσταση μικρότερη των 1.500 μέτρων από τον οριοθετημένο οικισμό του Μαραθίου και ζ) οι Α/Γ Α7-Α10 του Α/Π “Φωλιά” (Υποέργο Τήνου) χωροθετούνται σε απόσταση μικρότερη των 1.500 μ. από τον οριοθετημένο, κατά τους αιτούντες, αν και χωρίς επίκληση πράξεων οριοθέτησης, οικισμό Μαρλά. Προβάλλεται, τέλος, ότι οι Α/Γ Α8-Α14 του Α/Π “Βουρλάς” (Υποέργο Νάξου) χωροθετούνται σε απόσταση μικρότερη των 150 μ. από το υφιστάμενο λατομείο αδρανών υλικών της εταιρείας «ΕΡΓΟΛΗΠΤΙΚΗ ΝΑΞΟΥ, ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑΣ – ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ Ο.Ε.» και οι Α/Γ Α1-Α10 του Α/Π “Φωλιά” (Υποέργο Τήνου) χωροθετούνται σε απόσταση μικρότερη των 150 μ. από το (υφιστάμενο) λατομείο μαρμάρου της εταιρείας «ΑΦΟΙ ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗ ΚΑΙ ΣΙΑ Ο.Ε.». Ισχυρίζονται, ειδικότερα, οι αιτούντες ότι οι αποστάσεις αυτές υπολείπονται των ελαχίστων νομίμων, οι οποίες πρέπει να υπολογίζονται από τα όρια του “περιγεγραμμένου πολυγώνουτου αιολικού σταθμού, όπως, δηλαδή, η έννοια αυτή ορίζεται στην, εκδοθείσα κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου 8 παρ. 10 του προμνημονευομένου (βλ. σκέψη 12) ν. 3486/2006, Δ6/Φ1/ 13310/18.6.2007 απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης (Β΄ 1153), με την οποία καθορίζεται η διαδικασία έκδοσης αδειών εγκατάστασης και λειτουργίας σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας με χρήση Α.Π.Ε. Πράγματι, στο άρθρο 2 της εν λόγω υπουργικής απόφασης ορίζεται ότι: «1. Οι ορισμοί που αναφέρονται στην παρούσα απόφαση έχουν το περιεχόμενο και την έννοια που τους αποδίδεται στο ν. 3468/2006, τον Κανονισμό Αδειών Παραγωγής Ηλεκτρικής Ενέργειας με χρήση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και μέσω συμπαραγωγής και ... 2. Ειδικότερα για την εφαρμογή της παρούσας απόφασης, ισχύουν επιπλέον οι ακόλουθοι ορισμοί: α) "χώρος εγκατάστασης σταθμού", ο αναγκαίος χώρος για την εγκατάσταση και λειτουργία σταθμού παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από Α.Π.Ε., όπως αυτός κάθε φορά αναφέρεται στην άδεια παραγωγής. Ειδικά για τους αιολικούς σταθμούς, "χώρος εγκατάστασης σταθμού" νοείται το περιγεγραμμένο πολύγωνο που προσδιορίζεται με βάση τους κύκλους που έχουν κέντρο τις θέσεις των ανεμογεννητριών και ακτίνα έως και 3,5xD όπου D η διάμετρος πτερωτής. β) ...». Όπως, όμως, σαφώς συνάγεται από τις διατάξεις του Ειδικού Χωροταξικού για τις ΑΠΕ (βλ. ανωτέρω, σκέψη 13), σημείο αναφοράς για τη μέτρηση των ελάχιστων αποστάσεων των αιολικών εγκαταστάσεων από τις ασύμβατες χρήσεις αποτελεί η άτρακτος κάθε ανεμογεννήτριας (βλ. ιδίως τις υποσημειώσεις 2 και 5 του Παραρτήματος ΙΙ του Ειδικού Χωροταξικού) και όχι τα όρια του «περιγεγραμμένου πολυγώνου», έννοιας, δηλαδή, η οποία χρησιμοποιείται για την οριοθέτηση του χώρου εγκατάστασης του αιολικού σταθμού στο πλαίσιο της διαδικασίας έκδοσης αδειών εγκατάστασης και λειτουργίας, χωρίς το Ειδικό Χωροταξικό των ΑΠΕ να κάνει καμία αναφορά σε αυτήν. Όπως, εξάλλου, προκύπτει από το Παράρτημα VI της ΜΠΕ και το από 25.10.2013 συμπληρωματικό υπόμνημα των παρεμβαινουσών εταιρειών, στοιχεία, δηλαδή, που αποτέλεσαν τη βάση της διεξαχθείσας διαβούλευσης ή καταρτίσθηκαν μετά τη διενέργειά της, επί των οποίων στηρίχθηκε η προσβαλλόμενη πράξη, καμία ανεμογεννήτρια των αδειοδοτούμενων αιολικών πάρκων δεν χωροθετείται εντός των ζωνών ασυμβατότητας του Παραρτήματος ΙΙ του Ειδικού Χωροταξικού. Τηρούνται, ειδικότερα οι νόμιμες ελάχιστες αποστάσεις -νοούμενες, κατά τα αμέσως προαναφερόμενα, από τις ατράκτους των ανεμογεννητριών και όχι τα όρια των περιγεγραμμένων πολυγώνων των αιολικών σταθμών- των 1.500 μ. μεταξύ της ακτής κολύμβησης του Αγίου Ρωμανού και των Α/Γ του Α/Π “Γκαγκάρη” (Τήνος), το οποίο, πάντως, δεν αδειοδοτείται τελικώς κατ’ εφαρμογή της συμπροσβαλλόμενης ΥΠΕΝ/ΔΙΠΑ/29714/1561/25.5.2020 απόφασης του Γενικού Διευθυντή Περιβαλλοντικής Πολιτικής του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας (βλ. ανωτέρω, σκέψη 6), των 1.000 μ. από το κέντρο του οικισμού και, σε κάθε περίπτωση, των 500 μ. από την τελευταία κατοικία των μη οριοθετημένων οικισμών Άνω Γαύριο (Άνδρος), Άγιος Θαλέλαιος (Νάξος), Μαμάδος (Τήνος) και Μαρλάς (Τήνος) και των Α/Γ των Α/Π “Σκουμπί”, “Βουρλάς”, το οποίο ομοίως δεν αδειοδοτείται τελικώς, και “Φωλιά”, αντιστοίχως, των 1.500 μ. από το όριο των παραδοσιακών οικισμών Κουρουνοχώρι (Νάξος) και Μαράθι (Πάρος) και των Α/Γ των Α/Π “Βουρλάς”, το οποίο δεν αδειοδοτείται, και “Γούρλες” αντιστοίχως και, τέλος, των 150 μ. μεταξύ καθορισμένων λατομικών περιοχών και των Α/Γ των Α/Π στα Υποέργα Νάξου, μη αδειοδοτουμένου, πάντως, εν τέλει, και Τήνου. Ενόψει τούτων, ο προκείμενος λόγος ακυρώσεως, κατά το μέρος που αφορά σε Α/Π που αδειοδοτούνται και μετά την έκδοση της ανωτέρω (σκέψη 6) συμπροσβαλλόμενης ΑΕΠΟ και, ως εκ τούτου, διατηρεί το αντικείμενό του, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος.

 

26. Επειδή, προβάλλεται ακόμη ότι η προσβαλλόμενη εκδόθηκε κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 8 του Χωροταξικού Πλαισίου για τις ΑΠΕ περί καθορισμού μέγιστου επιτρεπόμενου ποσοστού κάλυψης εδαφών σε επίπεδο πρωτοβάθμιου ΟΤΑ (4% ανά ΟΤΑ με αντιστοίχιση ισοδυνάμου σε τυπική ανεμογεννήτρια – βλ. παραπάνω, σκέψη 13). Η υπέρβαση του μέγιστου αυτού ποσοστού σημειώνεται, κατά τα προβαλλόμενα, ειδικώς στη νήσο Άνδρο. Αντιθέτως, όμως, προς τα προβαλλόμενα, στην προαναφερόμενη 42429/10.10.2012 θετική γνωμοδότηση της Διεύθυνσης Χωροταξίας του ΥΠΕΚΑ βεβαιώνεται, μεταξύ άλλων, ότι το επίδικο έργο εναρμονίζεται με τις προβλέψεις του Ειδικού Χωροταξικού για τις ΑΠΕ ως προς το μέγιστο ποσοστό κάλυψης εδαφών από ανεμογεννήτριες, στο δε Παράρτημα VI της ΜΠΕ (σελ. 4-12), ενόψει του οποίου εκδόθηκε η προσβαλλόμενη ΑΕΠΟ, εξετάζεται η εναρμόνιση ή μη με το ανωτέρω κριτήριο και ειδικώς ως προς το Υποέργο Άνδρου. Από την εφαρμογή, εξάλλου, των τύπων του άρθρου 2 παρ. 10 του Ειδικού Χωροταξικού, προκύπτει ότι τα αιολικά πάρκα που χωροθετούνται εντός του Δήμου Άνδρου (πρωτοβάθμιος ΟΤΑ, άρθρο 1 παρ. 2 στοιχ. 29 υποστοιχ. Α2 του ν. 3852/2010, Α΄ 87) και διαθέτουν άδεια παραγωγής, δεν υπερβαίνουν το ποσοστό κάλυψης του 4% (0,53 τυπικές ανεμογεννήτριες/ 1.000 στρέμματα), η δε οριακή υπέρβαση του μέγιστου ποσοστού (0,19%), που πράγματι διαπιστώνεται, αφορά μόνον τη Δημοτική Ενότητα Υδρούσας του Δήμου Άνδρου και όχι, κατά τη ρητή πρόβλεψη του Ειδικού Χωροταξικού, τον (πρωτοβάθμιο) ΟΤΑ στο σύνολό του. Εν πάση περιπτώσει, αυτή η οριακή υπέρβαση σε μία δημοτική ενότητα (και όχι ΟΤΑ) είχε διαπιστωθεί ενόψει της πρόβλεψης της εγκατάστασης εβδομήντα πέντε (75) ανεμογεννητριών στη νήσο Άνδρο, από τις οποίες, όμως, αδειοδοτούνται με την προσβαλλόμενη ΑΕΠΟ μόνον είκοσι τρεις (23), με συνέπεια το κρίσιμο ποσοστό για τον ΟΤΑ της νήσου Άνδρου να διαμορφωθεί, τελικώς, σε επίπεδα ουσιωδώς χαμηλότερα. Πρέπει, επομένως, και ο λόγος αυτός να απορριφθεί.

 

27. Επειδή, εξάλλου, το άρθρο 8 του Ειδικού Πλαισίου των ΑΠΕ περιέχει, πλην των ρυθμίσεων περί μεγίστου επιτρεπομένου ποσοστού καλύψεως εδάφους (βλ. αμέσως προηγούμενη σκέψη), και ειδικές διατάξεις ως προς τα μη διασυνδεδεμένα με το σύστημα και το δίκτυο διανομής ηλεκτρικής ενέργειας της ηπειρωτικής χώρας νησιά, οι οποίες ισχύουν μέχρι τη διασύνδεσή τους με αυτά. Προβλέπεται, ειδικότερα, ότι η μέγιστη συνολική ισχύς των αιολικών σταθμών ανά νησί δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει το διπλάσιο του επιπέδου αιχμής της ζήτησης ενέργειας σε χρόνο δεκαετίας, τούτο, όμως, με την εξαίρεση των αιολικών πάρκων που περιλαμβάνουν την κατασκευή εγκαταστάσεων διασύνδεσης με το ως άνω σύστημα και δίκτυο (βλ. ανωτέρω, σκέψη 13). Η τελευταία αυτή ρύθμιση προβάλλεται ότι αντιβαίνει στο Σύνταγμα και, ειδικότερα, στα άρθρα 24 και 106, που εγγυώνται την προστασία του περιβάλλοντος και τη βιωσιμότητα της ανάπτυξης των νησιωτικών περιοχών. Οι ειδικές αυτές διατάξεις του άρθρου 8 του Ειδικού Πλαισίου, όμως, όχι απλώς δεν αντίκεινται στις ως άνω συνταγματικές διατάξεις, αλλά, αντιθέτως αποτελούν, όπως έχει κριθεί, ειδικότερη εκδήλωση της αρχής της βιώσιμης ανάπτυξης του νησιωτικού χώρου και της γενικότερης μέριμνας του συντακτικού νομοθέτη για τη διατήρηση του χαρακτήρα τους και την προστασία του φυσικού και ανθρωπογενούς τους περιβάλλοντος (ΣτΕ 1421/2013 επταμ., σκέψη 28). Και πράγματι, οι διατάξεις αυτές συνδέουν, κατά τρόπο συμβατό με τη συνταγματική επιταγή της προστασίας του περιβάλλοντος, τη συνολική ισχύ των επιτρεπομένων αιολικών σταθμών σε κάθε νησί με την ποσότητα ενέργειας που ζητείται σε αυτό, προνοώντας για την κάλυψη των ενεργειακών αναγκών κάθε νησιού, ακόμη και των αυξημένων σε περιόδους αιχμής, από ανανεώσιμες και φιλικές προς το περιβάλλον πηγές ενέργειας, όπως είναι η αιολική, ενθαρρύνοντας, πάντως, τη διασύνδεση των αιολικών σταθμών με το σύστημα και το δίκτυο διανομής της ηπειρωτικής χώρας, η οποία κατά την αντίληψη της Διοίκησης, μη υποκείμενη παρά σε οριακό δικαστικό έλεγχο, παραμένει αναγκαία. Κατά τα λοιπά, όπως έχει επίσης κριθεί (βλ. και ΣτΕ 1403/2019 σκ. 16), η λήψη πρόσθετων μέτρων για την αρμονική ένταξη των ανεμογεννητριών και των λοιπών απαραίτητων για τη λειτουργία τους εγκαταστάσεων στο κυκλαδίτικο τοπίο και στο ιδιαίτερο ανθρωπογενές και οικιστικό περιβάλλον των αιγαιοπελαγίτικων νησιών, αποτελεί αντικείμενο της διαδικασίας περιβαλλοντικής αδειοδότησης, κατά την οποία εξειδικεύονται τα γενικά κριτήρια χωροθέτησης που καθορίζονται με το ειδικό χωροταξικό σχέδιο. Πρέπει, επομένως, να απορριφθούν οι ως άνω λόγοι ακυρώσεως.

 

28. Επειδή, κατόπιν τούτων, η υπό κρίση αίτηση, με την οποία δεν προβάλλεται άλλος λόγος, πρέπει να απορριφθεί, πρέπει δε να γίνει δεκτή η ασκηθείσα παρέμβαση.

Δ ι ά τ α ύ τ α

Απορρίπτει την αίτηση.

Δέχεται την παρέμβαση….»

 

    Για να δείτε το σύνολο της απόφασης,  όπως δημοσιεύθηκε στον ιστότοπο του Συμβουλίου της Επικρατείας   www.adjustice.gr πατήστε εδώ